Στην Ελλάδα της κοινωνικής εξαθλίωσης και διάλυσης όλα παραδίδονται στη “γοητεία” της σιωπής. Ολα κρατούν λίγες μέρες. Ολα έχουν ημερομηνία λήξης, που μεγιστοποιεί την κυβερνητική αυθαιρεσία, που γίνεται πεπραγμένο τυποποίησης και πρόκληση για περισσότερη αυταρχική διαχείριση της εξουσίας.
Γράφει ο Στέλιος Συρμόγλου
freepen.gr
Η κοινωνική σιωπή κατακερματίζει κάθε αντίδραση. Η δε σιγή, η βαθύτερη αυτή παραλλαγή της σιωπής, είναι πάντα “υπαρκτό πρόσωπο” στην αποδοχή του τραγικού και του γελοίου της πολιτικής.
Σε φιλοσοφικό και μεταφυσικό επίπεδο, η σιωπή δηλώνει τη σιγή της ματαιότητας και το δέος του απρόσμενου. Διερευνά με το δικό της ρυθμό την εσώτατη σχέση υποκειμένου και αντικειμένου και ποτέ δεν παρουσιάζεται σαν απλή διαδικασία διασυνδετικής ερμηνείας.
Σε κοινωνικό επίπεδο, ωστόσο, τα μεγέθη της σιωπής είναι γεωμετρικά σχήματα που “πανικοβάλλουν” με την απεριόριστη αύξηση των διαστάσεών τους. Είναι σταθμός, αλλά και αφετηρία της ολοκληρωτικής αντίληψης των κυβερνώντων.
Είναι ένας τρόπος χρονομέτρησης της κάθε είδους κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής, ενώ προσφέρει την αγωνία της ανασφάλειας και συντηρεί τον κοινωνικό φόβο. Είναι ταυτόχρονα “θέαμα” από κοινωνιολογικής άποψης, όταν διατρέχει μια ολόκληρη κοινωνία και “θέμα” για τους ειδικούς της πολιτικής ψυχολογίας…
Στην Ελλάδα των μνημονίων, της αδιαπραγμάτευτης αποδοχής των τετελεσμένων, της μιζέριας των κοινωνικών ομάδων, των οριζόντιων απολύσεων ως απόρροια ευκαιριακών κυβερνητικών αποφάσεων, στην Ελλάδα των αναρριχήσεων σε υπουργικούς θώκους ανεπάγγελτων πολιτικών “σιτευτών” επιγόνων, που δηλώνουν με παγερή αδιαφορία ότι “δεν χρειάζονται οι σχολικοί φύλακες”, η συσιφιακή σιωπή της κοινωνίας ταυτίζεται με την “αποδοχή” των ανάλγητων πολιτικών αποφάσεων.
Αν προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε το μέγεθος κα τα σχήματα της σιωπής μας, στο πλαίσιο της οδυνηρής κοινωνικής παραγματικότητας, με τα όποια εμβόλιμα συναισθήματα, θα αισθανθούμε το μέγιστο και το ελάχιστο που μπορεί να καταφέρει μια κοινωνία..
Αν, πάλι, η θερινή ραστώνη και το “βόλεμα” ή έστω το “κουτσοβόλεμα” μας, δεν μας επιτρέπει να δούμε κατάματα την τραγισκότητα της κατάστασης, που δεν είναι απλώς “τραγικότητα” των άλλων, όσων υφίστανται τις συνέπειες των ανερμάτιστων μμνημονιακών πολιτικών και καταλήγουν στην ατελείωτη ουρά των ανέργων και εγκλωβίζονται στη μιζέρια, αλλά επί της ουσίας είναι και εν δυνάμει δική μας “τραγικότητα”, θα συνειδητοποιήσουμε σύντομα ότι η “σιωπή” μας οριοθετεί την οδύνη, τον κοινωνικό πόνο και αποτελεί μέγιστη “προσφορά” στην πολιτική απάτη…
Και θα έρθει η σειρά μας να “συναντήσουμε” την οδύνη. Να “συνταχθούμε” με την τραγική πραγματικότητα των “άλλων”, που τώρα τη βιώνουμε ως “θέαμα”, ίσως και με κάποια ευκαιριακά φιλάνθρωπα συναισθήματα, άντε και με κάποια υβριστική αντίδραση σε στενή κοινωνική συνάθροιση. Και εξακολουθούμε “απομονωμένοι¨στη σιωπή μας, να απολαμβάνουμε το φραπέ μας στις καφετέριες της ανοητολογίας, να προγραμματίζουμε τις διακοπές μας, τις βραδυνές μας εξορμήσεις για “κρασοκατάνυξη” σε παραλιακές ταβέρνες, σε μπαράκια και κλάμπ της ψυχαγωγικής αποχαύνωσης ή, για όσους διαθέτουν το οικονομικό εύρος, στα διάφορα κοσμικά στέκια του “δηθεναριού”, της κακόγουστης και κακόζηλης ματαιοδοξίας…
Χωρίς να το καταλάβουμε καλά-καλά, θα βρεθούμε στην ίδια μοίρα μ’ αυτούς που οικτίρουμε, με τους δεινοπαθούντες, όλους αυτούς που με “βουβά μάτια” οδηγούνται στη “αφαγή” ως το κληρωθέν είδος της κοινωνικής και προσωπικής εξαφάνισης, που παραδίσονται στην ερημιά της ζωής. Θα “συγχρονιστούμε” με το ρυθμό που επιβάλλει η ένδεια.
Μόνο που όσοι για λόγους που ανάγεται στη δική μας εκτίμηση σιωπούμε, θα βιώσουμε τις διαστάσεις της “ένδειας” ως “πτωχοί τω πνεύματι”.
Και τότε μόνο θα συνειδητοποιήσουμε ότι η σιωπή μας αποτελούσε το “ιδανικό” δραματικό σκηνικό, για το κοινωνικό και πολιτικό παράλογο που εκδιπλώνεται στη χώρα μας.
Οτι η σιωπή μας ως απότοκος της αδιαφορίας μας, της φοβικής μας στάσης, των κομματικών μας ίσως αγκυλώσεων, των χιλάδων προσχηματικών δικαιολογιών και της εθιστικής λογικής “τι με νοιάζει εμένα αν απολύονται οι τεμπέληδες του δημοσίου”, θα μετατραπεί σε θεική επίκληση και παράπονο του τύπου: “Γιατί σε εμένα θεέ μου!..”.
Ε,τότε θα είναι αργά. Θα αποδειχθεί ότι η σιωπή μας αποτελούσε κλιμακούμενη μαρτυρία της αδιαφορίας μας, που εν τέλει δοκιμάζει σπαρακτικά την κοινωνική μας παρουσία, όταν κι οσάκις τη καταγράφει η ραγιάδικη νοοτροπία μας.
Και η όποια στάση και άρνηση χάρη της σιωπής μας, θα αποδειχιεί άρνηση της λειτουργίας της ιστορίας, άρνηση της κοινωνικής ευαισθησίας, άρνηση του προνομίου της εθνικής εγρήγορσης και άρνηση του αισθήματος της ελευθερίας, που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από το ζώο…
Γράφει ο Στέλιος Συρμόγλου
freepen.gr
Η κοινωνική σιωπή κατακερματίζει κάθε αντίδραση. Η δε σιγή, η βαθύτερη αυτή παραλλαγή της σιωπής, είναι πάντα “υπαρκτό πρόσωπο” στην αποδοχή του τραγικού και του γελοίου της πολιτικής.
Σε φιλοσοφικό και μεταφυσικό επίπεδο, η σιωπή δηλώνει τη σιγή της ματαιότητας και το δέος του απρόσμενου. Διερευνά με το δικό της ρυθμό την εσώτατη σχέση υποκειμένου και αντικειμένου και ποτέ δεν παρουσιάζεται σαν απλή διαδικασία διασυνδετικής ερμηνείας.
Σε κοινωνικό επίπεδο, ωστόσο, τα μεγέθη της σιωπής είναι γεωμετρικά σχήματα που “πανικοβάλλουν” με την απεριόριστη αύξηση των διαστάσεών τους. Είναι σταθμός, αλλά και αφετηρία της ολοκληρωτικής αντίληψης των κυβερνώντων.
Είναι ένας τρόπος χρονομέτρησης της κάθε είδους κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής, ενώ προσφέρει την αγωνία της ανασφάλειας και συντηρεί τον κοινωνικό φόβο. Είναι ταυτόχρονα “θέαμα” από κοινωνιολογικής άποψης, όταν διατρέχει μια ολόκληρη κοινωνία και “θέμα” για τους ειδικούς της πολιτικής ψυχολογίας…
Στην Ελλάδα των μνημονίων, της αδιαπραγμάτευτης αποδοχής των τετελεσμένων, της μιζέριας των κοινωνικών ομάδων, των οριζόντιων απολύσεων ως απόρροια ευκαιριακών κυβερνητικών αποφάσεων, στην Ελλάδα των αναρριχήσεων σε υπουργικούς θώκους ανεπάγγελτων πολιτικών “σιτευτών” επιγόνων, που δηλώνουν με παγερή αδιαφορία ότι “δεν χρειάζονται οι σχολικοί φύλακες”, η συσιφιακή σιωπή της κοινωνίας ταυτίζεται με την “αποδοχή” των ανάλγητων πολιτικών αποφάσεων.
Αν προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε το μέγεθος κα τα σχήματα της σιωπής μας, στο πλαίσιο της οδυνηρής κοινωνικής παραγματικότητας, με τα όποια εμβόλιμα συναισθήματα, θα αισθανθούμε το μέγιστο και το ελάχιστο που μπορεί να καταφέρει μια κοινωνία..
Αν, πάλι, η θερινή ραστώνη και το “βόλεμα” ή έστω το “κουτσοβόλεμα” μας, δεν μας επιτρέπει να δούμε κατάματα την τραγισκότητα της κατάστασης, που δεν είναι απλώς “τραγικότητα” των άλλων, όσων υφίστανται τις συνέπειες των ανερμάτιστων μμνημονιακών πολιτικών και καταλήγουν στην ατελείωτη ουρά των ανέργων και εγκλωβίζονται στη μιζέρια, αλλά επί της ουσίας είναι και εν δυνάμει δική μας “τραγικότητα”, θα συνειδητοποιήσουμε σύντομα ότι η “σιωπή” μας οριοθετεί την οδύνη, τον κοινωνικό πόνο και αποτελεί μέγιστη “προσφορά” στην πολιτική απάτη…
Και θα έρθει η σειρά μας να “συναντήσουμε” την οδύνη. Να “συνταχθούμε” με την τραγική πραγματικότητα των “άλλων”, που τώρα τη βιώνουμε ως “θέαμα”, ίσως και με κάποια ευκαιριακά φιλάνθρωπα συναισθήματα, άντε και με κάποια υβριστική αντίδραση σε στενή κοινωνική συνάθροιση. Και εξακολουθούμε “απομονωμένοι¨στη σιωπή μας, να απολαμβάνουμε το φραπέ μας στις καφετέριες της ανοητολογίας, να προγραμματίζουμε τις διακοπές μας, τις βραδυνές μας εξορμήσεις για “κρασοκατάνυξη” σε παραλιακές ταβέρνες, σε μπαράκια και κλάμπ της ψυχαγωγικής αποχαύνωσης ή, για όσους διαθέτουν το οικονομικό εύρος, στα διάφορα κοσμικά στέκια του “δηθεναριού”, της κακόγουστης και κακόζηλης ματαιοδοξίας…
Χωρίς να το καταλάβουμε καλά-καλά, θα βρεθούμε στην ίδια μοίρα μ’ αυτούς που οικτίρουμε, με τους δεινοπαθούντες, όλους αυτούς που με “βουβά μάτια” οδηγούνται στη “αφαγή” ως το κληρωθέν είδος της κοινωνικής και προσωπικής εξαφάνισης, που παραδίσονται στην ερημιά της ζωής. Θα “συγχρονιστούμε” με το ρυθμό που επιβάλλει η ένδεια.
Μόνο που όσοι για λόγους που ανάγεται στη δική μας εκτίμηση σιωπούμε, θα βιώσουμε τις διαστάσεις της “ένδειας” ως “πτωχοί τω πνεύματι”.
Και τότε μόνο θα συνειδητοποιήσουμε ότι η σιωπή μας αποτελούσε το “ιδανικό” δραματικό σκηνικό, για το κοινωνικό και πολιτικό παράλογο που εκδιπλώνεται στη χώρα μας.
Οτι η σιωπή μας ως απότοκος της αδιαφορίας μας, της φοβικής μας στάσης, των κομματικών μας ίσως αγκυλώσεων, των χιλάδων προσχηματικών δικαιολογιών και της εθιστικής λογικής “τι με νοιάζει εμένα αν απολύονται οι τεμπέληδες του δημοσίου”, θα μετατραπεί σε θεική επίκληση και παράπονο του τύπου: “Γιατί σε εμένα θεέ μου!..”.
Ε,τότε θα είναι αργά. Θα αποδειχθεί ότι η σιωπή μας αποτελούσε κλιμακούμενη μαρτυρία της αδιαφορίας μας, που εν τέλει δοκιμάζει σπαρακτικά την κοινωνική μας παρουσία, όταν κι οσάκις τη καταγράφει η ραγιάδικη νοοτροπία μας.
Και η όποια στάση και άρνηση χάρη της σιωπής μας, θα αποδειχιεί άρνηση της λειτουργίας της ιστορίας, άρνηση της κοινωνικής ευαισθησίας, άρνηση του προνομίου της εθνικής εγρήγορσης και άρνηση του αισθήματος της ελευθερίας, που διαφοροποιεί τον άνθρωπο από το ζώο…