Από το Πάθος του Σταυρού στη δόξα της Αναστάσεως!

Αποκορύφωση της Μεγάλης Εβδομάδας είναι η πρώτη ανάσταση το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου, που σκιαγραφεί την εις Άδου κάθοδο του Κυρίου στον Άδη, οπότε η ψυχή του μεταφέρθηκε προσωρινά στους νεκρούς για να κηρύξει το Λόγο του…

Γραφει ο Χαρης Λαζαρόπουλος

Πριν από πολλά χρόνια, στο ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στον Πειραιά, ο καλύτερος δάσκαλος ήταν ο παπα-Αναστάσης Κάτσαρης. Όσο κορυφώνοταν το θείο Πάθος, τόσο ήταν στεναχωρημένος, βαρύς και λυπημένος. Μετά τον Επιτάφιο όμως, τα μάγουλά του γίνονταν ροδαλά κι εμψύχωνε όλους να θαυμάσουν το θαύμα της Ανάστασης…

Στα χρόνια της εφηβείας αμφισβητούσαμε τα πάντα, αλλά κι εκείνος δεν έκανε πίσω. Άνοιγε συζήτηση, ήθελε επιχειρήματα και αποκρινόταν πάντα με επιχειρήματα.
«Με τον Επιτάφιο δεν κηδέψαμε τον Χριστό. Αντιθέτως, βιώσαμε την Κάθοδο του Θεανθρώπου στον Άδη απ’ όπου ξεκίνησε το κήρυγμα του Λόγου Του στους νεκρούς δίδοντάς το προμήνυμα της Δευτέρας Παρουσίας. Αναστήθηκε μέσα απ’ τον τάφο για να χαρίσει σε όλον τον κόσμο την Ανάσταση», έλεγε.

Με λόγια απλά και καθημερινά ανέλυε τα στιχηρά του Μεγάλου Σαββάτου από το «Τριώδιο». «Ο Άδης στένων βοά… εγώ είχον τους νεκρούς από αιώνος, αλλ’ ούτος ιδού πάντας εγείρει». 

Αυτή είναι η σημασία της χαρμόσυνης κωδωκρουσίας το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, «εν τω μέσω της νυκτός». Ο θάνατος θανατώνεται. Η λύπη καταργείται. Το πένθος παύει. Ο Χριστός δεν αναστήθηκε διότι ήθελε να επιβεβαιώσει κάτι. Μας καλεί να γίνουμε, όπως πολύ σωστά γράφει στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους (6:5) ο Παύλος, «σύμφυτοι της Αναστάσεως». Επί της ουσίας έρχεται να μας πει ότι ο θάνατος δεν είναι το τελευταίο γεγονός της ζωής όλων μας ως λέξη και πράξη.

Όπως με τη γέννησή του ο Χριστός σηματοδότησε τη δημιουργία του «καινού», του νέου ανθρώπου (εξ ου και ο διαχωρισμός Παλαιάς και Καινής Διαθήκης), έτσι και με την Ανάστασή του δίνει το μήνυμα για τη ζωή μετά το πέρας οποιασδήποτε ματαιότητας. Σημείο αναφοράς και γι’ αυτήν την επισήμανση γίνεται ο Παύλος, ο οποίος έγραψε στους Κορινθίους (15:20) «νυνί δε Χριστός εγήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο». Αυτό είναι το μεγάλο νέο για το οποίο «είς μαρτύριον πάσιν τοις έθνεσιν» γράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος (24:14).

Πρόταση φιλίας σε καιρούς αφιλίας

Κάποιος που δεν μετέχει στα δρώμενα της εκκλησίας θα μπορούσε να σκεφθεί τι σημασία έχουν όλα αυτά, δύο χιλιετίες μετά, όταν οι Ρωμαίοι αντικαταστάθηκαν από διευθυντήρια λογιστών που κάνουν τους υπουργούς και τους πρωθυπουργούς ή από τραπεζίτες που κάνουν τους δανειστές και τους τοκογλύφους για λιγότερα από τριάντα αργύρια φιλαργυρίας εις βάρος δοκιμαζομένων λαών όπως ο ελληνικός (ελλαδικός και κυπριακός), ο ιταλικός, ο ισπανικός και ο πορτογαλικός. Άλλοι θα απορήσουν δικαιολογημένα γιατί ένα επετειακό κείμενο να σκιαγραφεί το Θεό ως φιλέλληνα κι όχι ο,τιδήποτε άλλο.

Η απλή εξήγηση είναι ότι στους Έλληνες δόθηκε το βάρος διατήρησης του Θείου Λόγου. Τα πατερικά κείμενα δεν γράφτηκαν στα αραμαϊκά αλλά στα ελληνικά και με την ίδια μορφή παρέμειναν, παραμένουν και θα παραμείνουν ζωντανά στον αιώνα. Τούτο το φορτίο περιποιεί ιδιαίτερη τιμή και καθιστά εκλεκτούς τους Έλληνες.

Η πιο σύνθετη εξήγηση αφορά στο βίωμα και στη μαρτυρία αγάπης που δίνει ο Ελληνισμός μέσα από την Ορθοδοξία σε όσα αναφέρει αυτή η διδασκαλία που αποτέλεσε φιλοσοφία υπάρξεως ακόμα και στους πιο μαύρους καιρούς. Η ορθόδοξη εκκλησία δεν λειτουργεί ως θρησκευτικό δόγμα αλλά ως κοινωνία αλληλεγγύης του πλησίον και μαρτυρία αγάπης. Προσδοκά την Ανάσταση, η οποία αποτελεί και τη λύτρωση οποιουδήποτε πάθους.

Δεν είναι τυχαίο ότι κυρίως οι Έλληνες (ακόμα και από τους άλλους Ορθοδόξους) εορτάζουμε και τιμούμε με μεγαλύτερη ευλάβεια την Ανάσταση, τη Λαμπρή κι όχι τα Χριστούγεννα. Αυτό το τυπικό αποτελεί μία βασική θεολογική, φιλοσοφική, πρακτική αντίθεση με τους Ρωμαιοκαθολικούς που αναδεικνύουν το γεγονός της ενανθρωπίσεως ή τους Διαμαρτυρόμενους και άλλες αιρέσεις που χρησιμοποιούν το γεγονός των Χριστουγέννων ως marketing event και ευκαιρία για κέρδη ή λογιστικές διορθώσεις στο τέλος ενός οικονομικού έτους.

Στο επίκεντρο ο άνθρωπος

Στην Ορθοδοξία, η Λαμπρή είναι εορτή με επίκεντρο τον άνθρωπο και πυρήνα την οικογένεια. Προσωπικότητες που βρίσκονται να τιμήσουν και να μοιραστούν το ίδιο βίωμα, το οποίο θα τους ακολουθεί το υπόλοιπο της ζωής τους. Μαζί θα συνεργαστούν στην προετοιμασία, στο ψήσιμο, στο φαγητό, στο ποτό, στον χορό, στο όνομα της νίκης που επέτυχε ο Χριστός επί του θανάτου.
Αυτή η γιορτή κρατά 40 ημέρες, από το Πάσχα ως του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό οι παλιοί χαιρετούσαν λέγοντας «Χριστός Ανέστη» για να λάβουν την απάντηση «Αληθώς Ανέστη». Δεν λέγεται τυχαία στις εκκλησίες «Ανέστη Χριστός και ουδείς επί μνήματος», όπως ορθά αναφέρει στον Κατηχητικό Λόγο του ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος.

Στοιχεία αυτής της διακύμανσης από το Πάθος, τον θάνατο, την οποιαδήποτε άλωση αλλά και την Ανάσταση διαθέτει πάμπολλα η ιστορία του Γένους, το οποίο «έχει υποστεί πολλές προδοσίες» όπως είπε πολύ σωστά ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος από το κέντρο των Αθηνών.

Με την εικόνα του πρώτου των πρώτων, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος βρέθηκε στη γενέτειρά του Ίμβρο και τίμησε το Μεγαλοβδόμαδο δίπλα στους τελευταίους ακρίτες της Ρωμιοσύνης ας προσπαθήσουμε για μια νέα αρχή αυτή τη Λαμπρή.

Ερεθίσματα δίνουν οι ποιητές που δεν ερμηνεύονται αλλά εμπνέουν. «Πλάκες που στέκατε βαριές / στα μνήματα και στις καρδιές / σας έσπασε ο Χριστός μου» γράφει στα «Άπαντα» ο Γ. Βερίτης για να έρθει ο ποιητής του Αιγαίου, ο αγαπημένος Οδυσσέας Ελύτης να μας διδάξει μέσα από το «Άξιον εστί»: «Θε μου πρωτομάστορα μέσα στις πασχαλιές κι εσύ / Θε μου πρωτομάστορα μύρισες την Ανάσταση».

Καλό Πάσχα σε ολόκληρο τον Ελληνισμό!

0 σχόλια :

Blogger Template by Clairvo