Κάποτε καμαρώναμε μια νέα και μοντέρνα γενιά διαφημιστών για τις δημιουργίες της. Διαφημίσεις εμπνευσμένες, ευχάριστες, με ωραίες ιστορίες, άκρως αυτοσαρκαστικές, αναδείκνυαν τις ιδιαιτερότητες του λαού μας με έναν τρόπο που δεν ενοχλούσε αλλά και δεν ένιωθες να τις κολακεύει.
Γράφει η Ρέα Βιτάλη
Από το γλέντι καβάλα στον ελέφαντα με υπόκρουση την απόκοσμη φωνή της Yma Sumac, στον «Put the kot down slowly» αστυνομικό, απ’ τον καμάκια με τα ψιψιψίνια και τα κοκοψόψα, και το υπέροχο «…το χάσαμε το κορμί πατριώτη» στον Έλληνα Κροίσο με νησί με 9 γράμματα, μέχρι το «Στη μάνα σου το ‘πες;» και τον ξεχασμένο Σάββα στην Πορτογαλία του Euro 2004, απολαμβάναμε ταλέντο κι ευρηματικότητα.
Με την έναρξη της κρίσης, έπεσε μια αμηχανία. Τι να πεις και τι να πουλήσεις; Long weekend και χαρά στο Λονδίνο; Θα σε πάρουν με τις πέτρες. Glamour στην Αθήνα; Να γελάσει και το παρδαλό κατσίκι. Ευτυχισμένη οικογένεια να κάνει ποδήλατο στην εξοχή; Ναι, καλά, αλλά σε μια άλλη χώρα.
Δε βαριέσαι, όμως, καλύτερα να υπάρχει η διαφήμιση στην αγορά, παρά να μην υπάρχει. Εννοείται! Πολλές από τις διαφημίσεις των τελευταίων ετών, όμως, προκαλούν θλίψη κι εκνευρισμό.
Για τις διαφημίσεις του Jumbo προσπαθούσα σκληρά να μην έχω άποψη κι είναι ένας από τους λόγους που σταμάτησα ουσιαστικά να ακούω ελληνικό ραδιόφωνο, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Με θλίβουν βαθιά όλα αυτά τα σκηνικά με τον καημένο τον πατέρα που μονίμως δεν έχει λεφτά για ν’ αγοράσει σχολικά, χριστουγεννιάτικα, πασχαλιάτικα, μαγιώ, ομπρέλες και σαγιονάρες και ξαφνικά βρίσκεται μπροστά του το προσιτό Jumbo. Ουσιαστικά, παρουσιάζουν τη φτώχεια σαν αναξιοπρέπεια και είναι σαν να παίζει το Jumbo με τη φτώχεια προκειμένου να πουλήσει.
«Άποψή σου» και «περί ορέξεως», θα μου πεις, κ.λπ. Ουδεμία αντίρρηση. Είδα, όμως, την πρόσφατη με τη νονά Κατερίνα Στανίση να έρχεται στα βαφτιστήρια με τα πασχαλιάτικα δώρα, τον κουμπάρο με το φανελάκι, την κουμπάρα με το μαλλί μαύρο στη ρίζα και ξασμένο στις άκρες. Με υπόκρουση του άσματος «Χωρίς Jumbo δεν μπορώ να ζήσω ούτε ώρα» και τον κουμπάρο να κοιτάζει λιγούρικα τη νονά, η παρέα διασκεδάζει ενώ η διαφήμιση τελειώνει μ’ ένα πολύ άσχημο, πραγματικά, πλάνο, όπου το σουβλισμένο αρνί και το κοκορέτσι δεσπόζουν μπροστά από τις σακούλες του καταστήματος και τα γράμματα μας εύχονται «Άντε και καλό μας Πάσχα!».
Δεν με πείραξε τόσο το σκυλάδικο, στο κάτω-κάτω το συγκεκριμένο κατάστημα έχει παράδοση στη χρήση ανάλογων μελωδιών στις διαφημίσεις του. Ούτε και η τουαλέτα της νονάς. Λίγο περισσότερο το φανελάκι του κουμπάρου και το μαλλί της κουμπάρας, ακραίες λεπτομέρειες στο σύνολο που περιγράφει μια «τυπική ελληνική οικογένεια», όπως ισχυρίζονται οι υποστηρικτές της διαφήμισης.
Περισσότερο απ’ όλα, ειλικρινά, με πείραξε το αρνί. Η εικόνα του σουβλισμένου αρνιού, εικόνα που δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί στην τηλεόραση σε τόσο κοντινό πλάνο, πόσο μάλλον σε διαφήμιση. Τέσσερα δευτερόλεπτα με το αρνί σουβλισμένο, με το μάτι του να νομίζεις ότι σε κοιτάει, με την ψημένη πέτσα του σε πρώτο πλάνο – και γίνεσαι χορτοφάγος προτού καν το συνειδητοποιήσεις.
Είναι αυτή η «τυπική ελληνική οικογένεια»; Ίσως, αν εξαιρέσεις ότι δεν έχουν όλα τα παιδιά νονές με κόκκινες τουαλέτες που τραγουδούν.
Οι διαφημίσεις του Jumbo είθισται να κριτικάρονται και να δέχονται μεγάλη πολεμική. Ακάθεκτη, η επιχείρηση προχωρά στο ίδιο και πιο ακραίο μοτίβο. Εννοείται, βέβαια, ότι πετυχαίνουν το στόχο τους, δεν το συζητάμε. Όπως μου είπε κι ένας φίλος «Τα Jumbo τα παρομοιάζω με μια γυναίκα που συνειδητοποιεί ότι όσο πιο «πρόστυχα» σου φέρεται, τόσο εσύ τρελαίνεσαι και την κυνηγάς!».
Ο κόσμος ψωνίζει από τα Jumbo. Τυχαίο; Δεν νομίζω… Αλλά, τι λέω! Κι αυτό σλόγκαν από επιτυχημένη διαφήμιση είναι και, μάλιστα, διόλου τυχαίο που τα τελευταία χρόνια έχει γίνει το αγαπημένο σλόγκαν των πιο συνηθισμένων θεωριών συνωμοσίας. © Χριστίνα Ταχιάου
Μάνα του τζάμπα χάσου!
«Τα εν οίκω μη εν δήμω» ήταν μια από τις αρχές. Μια! Το τονίζω. Γιατί οι μάνες δίδασκαν αρχές και τρόπους καλής συμπεριφοράς με την σέσουλα. «Πες ευχαριστώ, παρακαλώ, μίλα στον πληθυντικό», «Ψηλά τους ώμους, μη καμπουριάζεις, μη λες –καλέ-, να σφίγγεις το χέρι όταν χαιρετάς, να κοιτάς στα μάτια όταν σου μιλάνε». Τα αγαθά κόποις κτώνται. Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει. Μη φανταστείτε τους ανθρώπους μίζερους. Το αντίθετο. Ήταν οικονόμοι, νοικοκυραίοι στα του οίκου τους αλλά κιμπάρηδες, γαλαντόμοι στις συνευρέσεις, στα δώρα τους. Καβγάδες γίνονταν για το ποιος θα κεράσει τον άλλον.
Ήταν όλα ρόδινα; Καθόλου. Αλλά η φτώχεια αντιμετωπίζονταν. Κατ’ αρχάς από τους ίδιους. Με εγκράτεια, στωικότητα, ανακύκλωση πριν την ανακύκλωση, καρτερία, σχεδόν με σοφία. Με την απόλυτη γνώση του μέχρι πού μπορεί να φτάσει το χέρι σου. Δεν είμαι απονήρευτη. Δεν ήταν όλα ρόδινα. Κι ούτε υπάρχει πασπαρτού για ευτυχία στις κοινωνίες… Ωστόσο πώς να το πω; Πώς να το δώσω να το καταλάβετε; Ας πούμε τα χρόνια εκείνα δεν παρήγαγαν πολλά σκουπίδια. Αλήθεια τι περίεργο ήταν κι αυτό! Στην κυριολεξία του. Μια σακουλίτσα την ημέρα κατεβάζαμε για το σκουπιδιάρικο. Σας δίνει αυτό εικόνα;… Κι ύστερα ήρθαν τα χρόνια τα φθηνά.
Έτρεχαν τα μάτια των ανθρώπων. Λαχανιασμένοι όλοι για κάτι παραπάνω. Και μετά για κάτι ακόμα πιο πάνω… Extention στα χέρια. Κι ανάβαση, κι ανάβαση (κι ωστόσο στην ίδια θέση). Σκουπίδι και κακό! Σακούλες και σακούλες. Μέχρι κι αρωματικές σακούλες σκουπιδιών, έφερε η κατανάλωση, στα ράφια των σούπερ μάρκετ… Να ξεγελάνε την μπόχα ενδεχομένως. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Οι λεπτομέρειες, τα μικρά, τα τοσοδούλια καταγράφουν τη δική μου ιστορία. Κι έτσι… Τα εν οίκω στα παράθυρα! Τέτοια εξωστρέφεια! Ξιπεσμός. Κι οι μάνες και οι πατεράδες τον αχόρταστο για τζούφια αναρρίχηση. Νέου τύπου διδαχές. «Κοίτα νάχεις γνωριμίες κακομοίρη! Να χεις άκρες!».
Σπουδές κάτι σε business. Γεμίσαμε business. Kαι τις Τρίτες ένας Λαζόπουλος να δίνει γραμμή στο Κατηχητικό του και στο Μέγαρο Μουσικής να διαγωνίζονται παπούτσια ποιο έχει το πιο ψιλό τακούνι. Κι ήρθαν τα χρόνια τα δύσκολα. Των προσγειώσεων. Και ξέβρασαν αλήθειες. Σιωπηλές οι μάνες, άλλο τόσο και οι πατεράδες. Θυμό ξεφυσάνε οι καμινάδες. Μπουρμπουλήθρες βρασμού οι σχέσεις σαν νερό σε κατσαρόλα να περιμένει μακαρόνια. Και βγαίνουν ενδοσκόπια…. Συγκινητική η ηρωική προσαρμοστικότητα των ανθρώπων στην εποχή μας… Κι ότι θέτε πείτε μου! Μας εκτιμώ ξανά. Μας παραδέχομαι. Τέρμα οι συμβουλές και οι διδασκαλίες. Καιρός για σκέψη. Καιρός για ευθύνη. Και κάπου σ΄ αυτό το σημείο, βγαίνει στην τηλεοπτική μας σκηνή, η μάνα του Τζάμπα παράταιρη, σε διαφημιστική καμπάνια.
Να διαφημίσει την καπατσοσύνη της. Να σκαρφίζεται και όχι να πράττει. Η εκδίκηση της γυφτιάς ξαναχτυπά. Όχι φιλαράκο! Σε σιχαίνομαι μα πιότερο σε λυπάμαι. Κυρίως όταν αποχωρείς αγκαζέ με την μανούλα σου… Αμφότεροι ικανοποιημένοι ότι κι άλλη μια φορά την σκαπουλάρατε, την βγάλατε καθαρή. Όχι φιλαράκο! Το έχω το μοντέλο ψυχικό τραύμα. Βγήκε σε πολλά αντίτυπα τα τελευταία χρόνια… Το τρέμω, το φοβάμαι, το φτύνω… Την χρονική στιγμή, που η ζυγαριά μου γέρνει οριακά, σε μια από τις δυο δυνάμεις που θα κατευθύνουν το μέλλον μας. Μακάρι να χαρακτηριστεί αδιέξοδο το μονοπάτι του εξυπνάκια
… Μάνα του Τζάμπα χάσου! Σε βλέπουν και μικρά παιδιά… Σαν δεν ντρεπόμαστε!
Πηγή
Γράφει η Ρέα Βιτάλη
Από το γλέντι καβάλα στον ελέφαντα με υπόκρουση την απόκοσμη φωνή της Yma Sumac, στον «Put the kot down slowly» αστυνομικό, απ’ τον καμάκια με τα ψιψιψίνια και τα κοκοψόψα, και το υπέροχο «…το χάσαμε το κορμί πατριώτη» στον Έλληνα Κροίσο με νησί με 9 γράμματα, μέχρι το «Στη μάνα σου το ‘πες;» και τον ξεχασμένο Σάββα στην Πορτογαλία του Euro 2004, απολαμβάναμε ταλέντο κι ευρηματικότητα.
Με την έναρξη της κρίσης, έπεσε μια αμηχανία. Τι να πεις και τι να πουλήσεις; Long weekend και χαρά στο Λονδίνο; Θα σε πάρουν με τις πέτρες. Glamour στην Αθήνα; Να γελάσει και το παρδαλό κατσίκι. Ευτυχισμένη οικογένεια να κάνει ποδήλατο στην εξοχή; Ναι, καλά, αλλά σε μια άλλη χώρα.
Δε βαριέσαι, όμως, καλύτερα να υπάρχει η διαφήμιση στην αγορά, παρά να μην υπάρχει. Εννοείται! Πολλές από τις διαφημίσεις των τελευταίων ετών, όμως, προκαλούν θλίψη κι εκνευρισμό.
Για τις διαφημίσεις του Jumbo προσπαθούσα σκληρά να μην έχω άποψη κι είναι ένας από τους λόγους που σταμάτησα ουσιαστικά να ακούω ελληνικό ραδιόφωνο, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Με θλίβουν βαθιά όλα αυτά τα σκηνικά με τον καημένο τον πατέρα που μονίμως δεν έχει λεφτά για ν’ αγοράσει σχολικά, χριστουγεννιάτικα, πασχαλιάτικα, μαγιώ, ομπρέλες και σαγιονάρες και ξαφνικά βρίσκεται μπροστά του το προσιτό Jumbo. Ουσιαστικά, παρουσιάζουν τη φτώχεια σαν αναξιοπρέπεια και είναι σαν να παίζει το Jumbo με τη φτώχεια προκειμένου να πουλήσει.
«Άποψή σου» και «περί ορέξεως», θα μου πεις, κ.λπ. Ουδεμία αντίρρηση. Είδα, όμως, την πρόσφατη με τη νονά Κατερίνα Στανίση να έρχεται στα βαφτιστήρια με τα πασχαλιάτικα δώρα, τον κουμπάρο με το φανελάκι, την κουμπάρα με το μαλλί μαύρο στη ρίζα και ξασμένο στις άκρες. Με υπόκρουση του άσματος «Χωρίς Jumbo δεν μπορώ να ζήσω ούτε ώρα» και τον κουμπάρο να κοιτάζει λιγούρικα τη νονά, η παρέα διασκεδάζει ενώ η διαφήμιση τελειώνει μ’ ένα πολύ άσχημο, πραγματικά, πλάνο, όπου το σουβλισμένο αρνί και το κοκορέτσι δεσπόζουν μπροστά από τις σακούλες του καταστήματος και τα γράμματα μας εύχονται «Άντε και καλό μας Πάσχα!».
Δεν με πείραξε τόσο το σκυλάδικο, στο κάτω-κάτω το συγκεκριμένο κατάστημα έχει παράδοση στη χρήση ανάλογων μελωδιών στις διαφημίσεις του. Ούτε και η τουαλέτα της νονάς. Λίγο περισσότερο το φανελάκι του κουμπάρου και το μαλλί της κουμπάρας, ακραίες λεπτομέρειες στο σύνολο που περιγράφει μια «τυπική ελληνική οικογένεια», όπως ισχυρίζονται οι υποστηρικτές της διαφήμισης.
Περισσότερο απ’ όλα, ειλικρινά, με πείραξε το αρνί. Η εικόνα του σουβλισμένου αρνιού, εικόνα που δεν θυμάμαι να έχω ξαναδεί στην τηλεόραση σε τόσο κοντινό πλάνο, πόσο μάλλον σε διαφήμιση. Τέσσερα δευτερόλεπτα με το αρνί σουβλισμένο, με το μάτι του να νομίζεις ότι σε κοιτάει, με την ψημένη πέτσα του σε πρώτο πλάνο – και γίνεσαι χορτοφάγος προτού καν το συνειδητοποιήσεις.
Είναι αυτή η «τυπική ελληνική οικογένεια»; Ίσως, αν εξαιρέσεις ότι δεν έχουν όλα τα παιδιά νονές με κόκκινες τουαλέτες που τραγουδούν.
Οι διαφημίσεις του Jumbo είθισται να κριτικάρονται και να δέχονται μεγάλη πολεμική. Ακάθεκτη, η επιχείρηση προχωρά στο ίδιο και πιο ακραίο μοτίβο. Εννοείται, βέβαια, ότι πετυχαίνουν το στόχο τους, δεν το συζητάμε. Όπως μου είπε κι ένας φίλος «Τα Jumbo τα παρομοιάζω με μια γυναίκα που συνειδητοποιεί ότι όσο πιο «πρόστυχα» σου φέρεται, τόσο εσύ τρελαίνεσαι και την κυνηγάς!».
Ο κόσμος ψωνίζει από τα Jumbo. Τυχαίο; Δεν νομίζω… Αλλά, τι λέω! Κι αυτό σλόγκαν από επιτυχημένη διαφήμιση είναι και, μάλιστα, διόλου τυχαίο που τα τελευταία χρόνια έχει γίνει το αγαπημένο σλόγκαν των πιο συνηθισμένων θεωριών συνωμοσίας. © Χριστίνα Ταχιάου
Μάνα του τζάμπα χάσου!
«Τα εν οίκω μη εν δήμω» ήταν μια από τις αρχές. Μια! Το τονίζω. Γιατί οι μάνες δίδασκαν αρχές και τρόπους καλής συμπεριφοράς με την σέσουλα. «Πες ευχαριστώ, παρακαλώ, μίλα στον πληθυντικό», «Ψηλά τους ώμους, μη καμπουριάζεις, μη λες –καλέ-, να σφίγγεις το χέρι όταν χαιρετάς, να κοιτάς στα μάτια όταν σου μιλάνε». Τα αγαθά κόποις κτώνται. Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. Κάλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει. Μη φανταστείτε τους ανθρώπους μίζερους. Το αντίθετο. Ήταν οικονόμοι, νοικοκυραίοι στα του οίκου τους αλλά κιμπάρηδες, γαλαντόμοι στις συνευρέσεις, στα δώρα τους. Καβγάδες γίνονταν για το ποιος θα κεράσει τον άλλον.
Ήταν όλα ρόδινα; Καθόλου. Αλλά η φτώχεια αντιμετωπίζονταν. Κατ’ αρχάς από τους ίδιους. Με εγκράτεια, στωικότητα, ανακύκλωση πριν την ανακύκλωση, καρτερία, σχεδόν με σοφία. Με την απόλυτη γνώση του μέχρι πού μπορεί να φτάσει το χέρι σου. Δεν είμαι απονήρευτη. Δεν ήταν όλα ρόδινα. Κι ούτε υπάρχει πασπαρτού για ευτυχία στις κοινωνίες… Ωστόσο πώς να το πω; Πώς να το δώσω να το καταλάβετε; Ας πούμε τα χρόνια εκείνα δεν παρήγαγαν πολλά σκουπίδια. Αλήθεια τι περίεργο ήταν κι αυτό! Στην κυριολεξία του. Μια σακουλίτσα την ημέρα κατεβάζαμε για το σκουπιδιάρικο. Σας δίνει αυτό εικόνα;… Κι ύστερα ήρθαν τα χρόνια τα φθηνά.
Έτρεχαν τα μάτια των ανθρώπων. Λαχανιασμένοι όλοι για κάτι παραπάνω. Και μετά για κάτι ακόμα πιο πάνω… Extention στα χέρια. Κι ανάβαση, κι ανάβαση (κι ωστόσο στην ίδια θέση). Σκουπίδι και κακό! Σακούλες και σακούλες. Μέχρι κι αρωματικές σακούλες σκουπιδιών, έφερε η κατανάλωση, στα ράφια των σούπερ μάρκετ… Να ξεγελάνε την μπόχα ενδεχομένως. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Οι λεπτομέρειες, τα μικρά, τα τοσοδούλια καταγράφουν τη δική μου ιστορία. Κι έτσι… Τα εν οίκω στα παράθυρα! Τέτοια εξωστρέφεια! Ξιπεσμός. Κι οι μάνες και οι πατεράδες τον αχόρταστο για τζούφια αναρρίχηση. Νέου τύπου διδαχές. «Κοίτα νάχεις γνωριμίες κακομοίρη! Να χεις άκρες!».
Σπουδές κάτι σε business. Γεμίσαμε business. Kαι τις Τρίτες ένας Λαζόπουλος να δίνει γραμμή στο Κατηχητικό του και στο Μέγαρο Μουσικής να διαγωνίζονται παπούτσια ποιο έχει το πιο ψιλό τακούνι. Κι ήρθαν τα χρόνια τα δύσκολα. Των προσγειώσεων. Και ξέβρασαν αλήθειες. Σιωπηλές οι μάνες, άλλο τόσο και οι πατεράδες. Θυμό ξεφυσάνε οι καμινάδες. Μπουρμπουλήθρες βρασμού οι σχέσεις σαν νερό σε κατσαρόλα να περιμένει μακαρόνια. Και βγαίνουν ενδοσκόπια…. Συγκινητική η ηρωική προσαρμοστικότητα των ανθρώπων στην εποχή μας… Κι ότι θέτε πείτε μου! Μας εκτιμώ ξανά. Μας παραδέχομαι. Τέρμα οι συμβουλές και οι διδασκαλίες. Καιρός για σκέψη. Καιρός για ευθύνη. Και κάπου σ΄ αυτό το σημείο, βγαίνει στην τηλεοπτική μας σκηνή, η μάνα του Τζάμπα παράταιρη, σε διαφημιστική καμπάνια.
Να διαφημίσει την καπατσοσύνη της. Να σκαρφίζεται και όχι να πράττει. Η εκδίκηση της γυφτιάς ξαναχτυπά. Όχι φιλαράκο! Σε σιχαίνομαι μα πιότερο σε λυπάμαι. Κυρίως όταν αποχωρείς αγκαζέ με την μανούλα σου… Αμφότεροι ικανοποιημένοι ότι κι άλλη μια φορά την σκαπουλάρατε, την βγάλατε καθαρή. Όχι φιλαράκο! Το έχω το μοντέλο ψυχικό τραύμα. Βγήκε σε πολλά αντίτυπα τα τελευταία χρόνια… Το τρέμω, το φοβάμαι, το φτύνω… Την χρονική στιγμή, που η ζυγαριά μου γέρνει οριακά, σε μια από τις δυο δυνάμεις που θα κατευθύνουν το μέλλον μας. Μακάρι να χαρακτηριστεί αδιέξοδο το μονοπάτι του εξυπνάκια
… Μάνα του Τζάμπα χάσου! Σε βλέπουν και μικρά παιδιά… Σαν δεν ντρεπόμαστε!
Πηγή
0 σχόλια :