Συνεχίζοντας να υπερασπίζεται, σχεδόν εμμονικά, τη λιτότητα ως τη μόνη διέξοδο από την κρίση για τις προβληματικές χώρες της Ευρωζώνης, η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ φαίνεται να ακολουθεί διαφορετική «συνταγή» εντός της Γερμανίας, αυξάνοντας ολοένα την ευρωπαϊκή δυσαρέσκεια στο πρόσωπό της.
Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξει κανείς, πως η Καγκελάριος αποτελεί σήμερα την πιο μισητή πολιτική φιγούρα στην Ευρώπη, εκτός βέβαια της Γερμανίας, όπως αναφέρει το Spiegel.
Είναι αυτή που ,σχεδόν δεσποτικά, επιβάλλει την αποδοχή σκληρών μέτρων λιτότητας στα προβληματικά κράτη-μέλη της ευρωζώνης, οδηγώντας τα συχνά, στα πρόθυρα της οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης.
Με τις αποφάσεις της, σημειώνει το γερμανικό περιοδικό, αναγκάζει την Ελλάδα και τη Κύπρο να λάβουν ακραία μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά ακόμα και αυτό δεν μπορεί να επανορθώσει στη συνείδησή της τις οικονομικές ατασθαλίες των δύο χωρών. Τί θα γινόταν όμως αν η Καγκελάριος ζητούσε παρόμοια μέτρα και από τους Γερμανούς ψηφοφόρους της; Εύκολο να το φανταστεί κανείς.
Το εάν η Άνγκελα Μέρκελ ακολουθεί όντως τη σωστή πολιτική για την έξοδο της Ευρωζώνης από τη κρίση ή αν απλά οδηγεί τα κράτη-μέλη της στην εξαθλίωση είναι νωρίς για να μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα και τεκμηριωμένα από τον οποιονδήποτε.
Όπως τονίζει το Spiegel, αυτό όμως, που είναι εξόφθαλμο για να μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η διγλωσσία της Καγκελαρίου όσον αφορά στην Γερμανία και την «υπόλοιπη Ευρώπη» όπου εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά, υπέρ ,φυσικά, των πρώτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η στάση της στο θέμα των αποταμιευτών στις τράπεζες. Όταν το 2008, με την δαμόκλειο σπάθη της οικονομικής κρίσης να βρίσκεται πάνω από το κεφάλι της Γερμανίας, η Άνγκελα Μέρκελ στάθηκε μπροστά στις κάμερες παρουσία του ,τότε, Υπουργού Οικονομικών Πηρ Στάινμπρουκ, δήλωσε ρητά πως δεν υπήρχε καμία περίπτωση να ‘’πειραχτούν’’ οι καταθέσεις των Γερμανών.
Αυτό δεν ίσχυσε βέβαια και στην περίπτωση της Κύπρου, όπου επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό με Υπουργό Οικονομικών ,αυτή τη φορά, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μπορεί τελικά να μην «κουρεύτηκαν» καταθέσεις κάτω των 100.000ευρώ αλλά είναι γνωστό πως τόσο η Μέρκελ όσο και ο Σόιμπλε θα επιθυμούσαν τη συμβολή και των μικροκαταθετών στη διάσωση των τραπεζών, παρά το γεγονός ότι και οι δύο ισχυρίζονται το αντίθετο.
Άλλο παράδειγμα, η διαχείριση των προγραμμάτων οικονομικής τόνωσης από τη Γερμανίδα Καγκελάριο. Όταν στον απόηχο της κατάρρευσης της Lehman Brothers η οικονομική κρίση απειλούσε τη Γερμανία η Άνγκελα Μέρκελ διέθεσε περί το 1,5 δις ευρώ σε ένα σχέδιο απόσυρσης και καταστροφής αυτοκινήτων ώστε να μην επιτρέψει στη τη Νο1 βιομηχανία της χώρας να «κολλήσει» στην ύφεση.
Τότε, περισσότερα από μισό εκατομμύριο αυτοκίνητα συνθλίφτηκαν στις μάντρες και περίπου 600.000 καινούρια αγοράστηκαν το καθένα επιδοτούμενο κατά 2.500ευρώ από το κρατικό κορβανά. Το μέτρο θεωρήθηκε επιτυχημένο, παρά το γεγονός ότι όλο αυτό το πλεόνασμα των αυτοκινήτων που πουλήθηκαν εκείνη τη περίοδο οδήγησε σε κορεσμό την αγορά κάνοντας πλέον ανήσυχες τις αυτοκινητοβιομηχανίες.
Παράλληλα με αυτό, η Άνγκελα Μέρκελ ενέκρινε πρόγραμμα ύψους 50 δις ευρώ για τη στήριξη επενδύσεων στη κατασκευή δρόμων, κτηρίων και πληθώρας άλλων κατασκευών, πολλές από τις οποίες συνεχίζουν και, μεσούσης της κρίσης, καλοπληρώνουν τους Γερμανούς οικοδόμους.
Από την άλλη, όταν γίνεται λόγος για τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, τότε οι αιματηρές περικοπές και η περιστολή των κοινωνικών δαπανών μέχρις εσχάτων, συνιστούν τον μόνο σίγουρο δρόμο, τονίζει το Spiegel και προσθέτει:
Μπορεί λοιπόν ο Πωλ Κρούγκμαν να υποστηρίζει πως «οι ανώτεροι Γερμανοί αξιωματούχοι ζουν σε μια Νεφελοκοκκυγία» και το εβδομαδιαίο βρετανικό The Economist σε ένα από καλύτερα εξώφυλλά του τα τελευταία χρόνια, να παρουσιάζει την «Παγκόσμια Οικονομία» σαν δεξαμενόπλοιο υπό βύθιση με μια λεζάντα να αναδύεται γράφοντας «Παρακαλώ, μπορούμε να ανάψουμε τώρα τις μηχανές, κυρία Μέρκελ;».
Το ζήτημα όμως βρίσκεται στο εάν είναι δικαιολογημένη οργή των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου, στις πολιτικές επιλογές της Άνγκελα Μέρκελ, ειδικά όταν αυτές φαίνονται, μάλλον, εσφαλμένες, καταλήγει.
Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξει κανείς, πως η Καγκελάριος αποτελεί σήμερα την πιο μισητή πολιτική φιγούρα στην Ευρώπη, εκτός βέβαια της Γερμανίας, όπως αναφέρει το Spiegel.
Είναι αυτή που ,σχεδόν δεσποτικά, επιβάλλει την αποδοχή σκληρών μέτρων λιτότητας στα προβληματικά κράτη-μέλη της ευρωζώνης, οδηγώντας τα συχνά, στα πρόθυρα της οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης.
Με τις αποφάσεις της, σημειώνει το γερμανικό περιοδικό, αναγκάζει την Ελλάδα και τη Κύπρο να λάβουν ακραία μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά ακόμα και αυτό δεν μπορεί να επανορθώσει στη συνείδησή της τις οικονομικές ατασθαλίες των δύο χωρών. Τί θα γινόταν όμως αν η Καγκελάριος ζητούσε παρόμοια μέτρα και από τους Γερμανούς ψηφοφόρους της; Εύκολο να το φανταστεί κανείς.
Το εάν η Άνγκελα Μέρκελ ακολουθεί όντως τη σωστή πολιτική για την έξοδο της Ευρωζώνης από τη κρίση ή αν απλά οδηγεί τα κράτη-μέλη της στην εξαθλίωση είναι νωρίς για να μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα και τεκμηριωμένα από τον οποιονδήποτε.
Όπως τονίζει το Spiegel, αυτό όμως, που είναι εξόφθαλμο για να μπορεί να αμφισβητηθεί είναι η διγλωσσία της Καγκελαρίου όσον αφορά στην Γερμανία και την «υπόλοιπη Ευρώπη» όπου εφαρμόζει δύο μέτρα και δύο σταθμά, υπέρ ,φυσικά, των πρώτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η στάση της στο θέμα των αποταμιευτών στις τράπεζες. Όταν το 2008, με την δαμόκλειο σπάθη της οικονομικής κρίσης να βρίσκεται πάνω από το κεφάλι της Γερμανίας, η Άνγκελα Μέρκελ στάθηκε μπροστά στις κάμερες παρουσία του ,τότε, Υπουργού Οικονομικών Πηρ Στάινμπρουκ, δήλωσε ρητά πως δεν υπήρχε καμία περίπτωση να ‘’πειραχτούν’’ οι καταθέσεις των Γερμανών.
Αυτό δεν ίσχυσε βέβαια και στην περίπτωση της Κύπρου, όπου επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό με Υπουργό Οικονομικών ,αυτή τη φορά, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μπορεί τελικά να μην «κουρεύτηκαν» καταθέσεις κάτω των 100.000ευρώ αλλά είναι γνωστό πως τόσο η Μέρκελ όσο και ο Σόιμπλε θα επιθυμούσαν τη συμβολή και των μικροκαταθετών στη διάσωση των τραπεζών, παρά το γεγονός ότι και οι δύο ισχυρίζονται το αντίθετο.
Άλλο παράδειγμα, η διαχείριση των προγραμμάτων οικονομικής τόνωσης από τη Γερμανίδα Καγκελάριο. Όταν στον απόηχο της κατάρρευσης της Lehman Brothers η οικονομική κρίση απειλούσε τη Γερμανία η Άνγκελα Μέρκελ διέθεσε περί το 1,5 δις ευρώ σε ένα σχέδιο απόσυρσης και καταστροφής αυτοκινήτων ώστε να μην επιτρέψει στη τη Νο1 βιομηχανία της χώρας να «κολλήσει» στην ύφεση.
Τότε, περισσότερα από μισό εκατομμύριο αυτοκίνητα συνθλίφτηκαν στις μάντρες και περίπου 600.000 καινούρια αγοράστηκαν το καθένα επιδοτούμενο κατά 2.500ευρώ από το κρατικό κορβανά. Το μέτρο θεωρήθηκε επιτυχημένο, παρά το γεγονός ότι όλο αυτό το πλεόνασμα των αυτοκινήτων που πουλήθηκαν εκείνη τη περίοδο οδήγησε σε κορεσμό την αγορά κάνοντας πλέον ανήσυχες τις αυτοκινητοβιομηχανίες.
Παράλληλα με αυτό, η Άνγκελα Μέρκελ ενέκρινε πρόγραμμα ύψους 50 δις ευρώ για τη στήριξη επενδύσεων στη κατασκευή δρόμων, κτηρίων και πληθώρας άλλων κατασκευών, πολλές από τις οποίες συνεχίζουν και, μεσούσης της κρίσης, καλοπληρώνουν τους Γερμανούς οικοδόμους.
Από την άλλη, όταν γίνεται λόγος για τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, τότε οι αιματηρές περικοπές και η περιστολή των κοινωνικών δαπανών μέχρις εσχάτων, συνιστούν τον μόνο σίγουρο δρόμο, τονίζει το Spiegel και προσθέτει:
Μπορεί λοιπόν ο Πωλ Κρούγκμαν να υποστηρίζει πως «οι ανώτεροι Γερμανοί αξιωματούχοι ζουν σε μια Νεφελοκοκκυγία» και το εβδομαδιαίο βρετανικό The Economist σε ένα από καλύτερα εξώφυλλά του τα τελευταία χρόνια, να παρουσιάζει την «Παγκόσμια Οικονομία» σαν δεξαμενόπλοιο υπό βύθιση με μια λεζάντα να αναδύεται γράφοντας «Παρακαλώ, μπορούμε να ανάψουμε τώρα τις μηχανές, κυρία Μέρκελ;».
Το ζήτημα όμως βρίσκεται στο εάν είναι δικαιολογημένη οργή των χωρών του Ευρωπαϊκού Νότου, στις πολιτικές επιλογές της Άνγκελα Μέρκελ, ειδικά όταν αυτές φαίνονται, μάλλον, εσφαλμένες, καταλήγει.
0 σχόλια :