H Ελλάδα, η μεγάλη πληγωμένη νικήτρια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ κυνηγούσε τους μελανοχίτωνες του Μουσσολίνι, δέχεται άνανδρη, πισώπλατη επίθεση των Γερμανών σας σήμερα, στις 6 του Απρίλη του 1941 στις 5:15 το πρωί. Μια επίθεση, που έμελλε να ήταν και η ταφόπλακα της Γερμανίας στον μεγάλο αυτόν πόλεμο. Αν γνώριζε ο Χίτλερ τι θα έβρισκε μπροστά του τολμώντας αυτή τη κίνηση, οπωσδήποτε θα το σκεφτόταν πάρα πολύ σοβαρά και ίσως άφηνε τον Μουσσολίνι μόνο του να τα βγάλει πέρα με τους Ελληνες...
Ιστορική επιμέλεια - Διορθώσεις: Πύρινος Λόγιος
Η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της χώρας μας εκδηλώθηκε στις 5:15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 στα οχυρά της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, 45 λεπτά πριν από την προβλεπόμενη ώρα, σύμφωνα με τη γερμανική διακοίνωση που είχε επιδοθεί νωρίτερα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή από τον γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα, πρίγκιπα Έρμπαχ.
Επιδίδοντας το τελεσίγραφο, ο Έρμπαχ τόνισε στον Κορυζή ότι ο πόλεμος δεν στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της Αγγλίας, που είχε σπεύσει προς βοήθεια της χώρας μας με 62.000 άνδρες και μεγάλη αεροπορική δύναμη.
Ο Κορυζής είπε το δεύτερο ΟΧΙ, αυτή τη φορά στην ιταμή ναζιστική πρόκληση. Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας αποτελεί συνέχεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940 με την ιταλική επίθεση στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Η γερμανική επίθεση είχε την κωδική ονομασία "Μαρίτα" και η εντολή για τη σχεδίασή της είχε δοθεί από τον Χίτλερ στις 13 Δεκεμβρίου 1940. Στόχος του γερμανού δικτάτορα ήταν η βοήθεια προς τον σύμμαχό του Μουσολίνι που ήταν στριμωγμένος από τους Έλληνες στην Αλβανία και η εξασφάλιση των νώτων του ενόψει της επικείμενης επίθεσής του στη Ρωσία (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). Το σχέδιο Μαρίτα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα, αλλά και τη Γιουγκοσλαβία, τις μόνες χώρες των Βαλκανίων, μαζί με την Τουρκία, που δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άξονα.
Τον διμέτωπο αγώνα κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας ανέλαβε η γερμανική 12η Στρατιά υπό τον στρατάρχη Βίλχελμ Λιστ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 680.000 άνδρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα. Η χώρα μας παρέταξε 70.000 άνδρες στα οχυρά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, με επικεφαλής τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, καθώς ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού μαχόταν τους Ιταλούς στην Αλβανία. Οι αγγλικές δυνάμεις έλεγχαν τον άξονα Τεμπών - Βερμίου, όμως το κέντρο του μετώπου ήταν ασθενές και η Θεσσαλονίκη ανοχύρωτη πόλη.
Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στο μέτωπο των ελληνοβουλγαρικών συνόρων κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Μεταξά στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη. Ταυτόχρονα, γερμανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές έως τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας ανθρώπινα θύματα και τεράστιες ζημιές.
Η λεγόμενη Γραμμή Μεταξά είναι ένα φιλόδοξο οχυρωματικό έργο, στα πρότυπα της Γραμμής Μαζινό, που είχε κατασκευαστεί με πρωτοβουλία του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, ως ασπίδα αποτροπής του βουλγαρικού κινδύνου. Μεγάλο θαυμασμό και έκπληξη είχαν προκάλεσε στους Γερμανούς επιδρομείς οι κρυφές έξοδοι, χωρίς όμοιες σε άλλη οχύρωση, το σχετικά χαμηλό κόστος και το μικρό διάστημα κατασκευής. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν τα φατνώματα (θυρίδες) των οχυρών πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων και ότι οι Βούλγαροι δεν γνώριζαν τίποτα, εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα η τεχνική απόκρυψη και παραλλαγή, η άριστη ποιότητα σκυροδέματος, η έλλειψη ειδικού οπλισμού οχύρωσης και η τέλεια προσαρμογή του οπλισμού του στρατού εκστρατείας.
Οι υπερασπιστές των Οχυρών (Νυμφαία, Εχίνος, Λίσε, Ιστίμπεη, Περιθώρι, Ρούπελ, Πυραμιδοειδές, Παλουριώνες κ.ά.) αμύνθηκαν σθεναρά για τρεις ημέρες στις αλλεπάλληλες επιθέσεις των υπέρτερων γερμανικών δυνάμεων. Κάμφθηκαν μόνο όταν οι τεθωρακισμένες γερμανικές μεραρχίες, μετά την αστραπιαία κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού μετώπου, εισέδυσαν στα Σκόπια και από την κοιλάδα του Αξιού πέρασαν τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στις 8 Απριλίου, παρακάμπτοντας τη Γραμμή Μεταξά. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέλαβαν την πόλη.
Οι υπερασπιστές της Γραμμής Μεταξά, περικυκλωμένοι πλέον, έλαβαν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν (9 Απριλίου). Τον ηρωισμό τους αναγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλοί τους, με εκδηλώσεις θαυμασμού και τιμητικά αγήματα για τους αιχμάλωτους Έλληνες μαχητές. Οι ελληνικές απώλειες σε όλο το μέτωπο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε περίπου 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι αντίστοιχες γερμανικές ανήλθαν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο μισό των συνολικών απωλειών τους στη διάρκεια της επιχείρησης Μαρίτα, γεγονός που καταδεικνύει το μέγεθος της ελληνικής αντίστασης.
Κατά τις επόμενες μέρες, η προέλαση των Γερμανών προς Νότο υπήρξε ραγδαία, με την κατάρρευση και του μετώπου της Αλβανίας. Έως τις 30 Απριλίου είχε καταληφθεί ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα και η χώρα βρέθηκε υπό τριπλή κατοχή: γερμανική, ιταλική και βουλγαρική.
Χρονολόγιο
6/4/1941: Στις 5:12 π.μ. γερμανικές, ιταλικές και ουγγρικές στρατιωτικές δυνάμεις επιτίθενται κατά της Γιουγκοσλαβίας, ενώ τρία λεπτά αργότερα αρχίζει η γερμανική επίθεση εναντίον της χώρας μας στο μέτωπο Ανατολικής Μακεδονίας (Γραμμή Μεταξά) και Θράκης, μετά την επίδοση τελεσιγράφου από τους Γερμανούς στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή.
Η οχυρωματική Γραμμή Μεταξά, με μήκος 170 χλμ., εκτεινόταν από τον ποταμό Νέστο ως το όρος Κερκίνη (Μπέλες) κοντά στα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία και την υπερασπιζόταν το Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ), το οποίο αποτελούσαν οι 7η, 14η και 17η Μεραρχίες Πεζικού υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Μπακόπουλου. Οι οχυρώσεις ήταν σχεδιασμένες να διαθέτουν φρουρά άνω των 200.000 στρατιωτών, όμως λόγω της έλλειψης προσωπικού το συνολικό μέγεθος της φρουράς που υπερασπιζόταν τα οχυρά ήταν περίπου 70.000 άντρες, έχοντας ως αποτέλεσμα την αραιή διάταξη των αμυντικών γραμμών.
Η αρχική γερμανική επίθεση κατά της γραμμής πραγματοποιήθηκε από μία μονάδα πεζικού, ενισχυμένη από δύο ορεινές μεραρχίες του 18ου Ορεινού Σώματος, αντιμετώπισαν, όμως, ισχυρή αντίσταση και σημείωσαν μικρή επιτυχία.
Το ελληνικό πολεμικό ανακοινωθέν της ημέρας αυτής έλεγε:
“Από της 5:15 ώρας της σήμερον ο εν Βουλγαρία γερμανικός στρατός προσέβαλλεν απροκλήτως τα ημέτερα στρατεύματα της ελληνικής μεθορίου. Αι δυνάμεις μας αμύνοναι του πατρίου εδάφους… Ισχυραί γερμανικά δυνάμεις, εφοδιασμέναι με τα πλέον σύγχρονα πολεμικά μέσα, με υποστήριξιν αρμάτων, αφθόνου βαρέος πυροβολικού και πολυαρίθμου αεροπορίας, προσέβαλον από της πρωίας της σήμερον επανειλημμένως τας θέσεις μας, ων αμύνονται μόνον ελληνικά δυνάμεις λίαν περιωρισμέναι. Καθ' όλη την ημέραν διεξήχθη σφοδρότατος αγών εις τας κυριοτέρας ζώνας της παραμεθωρίου προς Βουλγαρίαν περιοχής ιδιαιτέρως δε εις την περιοχήν Μπέλες και την κοιλάδα του Στρυμόνος…”
Το Ρούπελ, το Ρονπέλιον των Βυζαντινών, είναι το μεγαλύτερο οχυρό της “Γραμμής Μεταξά” και ελέγχει την ομώνυμη στενωπό, που σχηματίζεται από τον ρου του Στρυμόνα, ανάμεσα στα βουνά Κερκίνη (Μπέλες) και Άγγιστρο.
Το υπεράσπιζαν 27 αξιωματικοί και 950 στρατιώτες με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Δουράτσο, παρότι προβλεπόταν δύναμη 44 αξιωματικών και 1353 οπλιτών.
Η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών άρχισε την 5:15 το πρωί με σφοδρό βομβαρδισμό του Πυροβολικού και από τις 6 το πρωί και με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης, τα γνωστά Στούκας, τα οποία αναπτυγμένα σε σχηματισμούς έριχναν βόμβες, κάτω από το τρομερό σφύριγμα των σειρήνων τους. Παρά τις επίμονες προσπάθειες της πρώτης ημέρας, οι Γερμανοί δεν κατορθώνουν να καταλάβουν το Ρούπελ και τα γύρω οχυρά, ενώ λόγω των ειδικών τους σοβαρών απωλειών, πέφτουν σε κατάσταση άμυνας λίγο πριν βραδιάσει.
Μία γερμανική αναφορά στο τέλος της πρώτης μέρας των επιχειρήσεων περιγράφει πως η γερμανική 5η Ορεινή Μεραρχία «απωθήθηκε στο πέρασμα Ρούπελ, παρά την ισχυρότατη αεροπορική υποστήριξη, έχοντας σημαντικές απώλειες». Από τα 24 οχυρά που αποτελούσαν τη “Γραμμή Μεταξά” μόνο δύο έπεσαν, και αυτά μόνον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους εισβολείς.
Το Οχυρό Ιστίμπεη απέχει 16 χιλιόμετρα από το Νέο Πετρίτσι και βρίσκεται στο βουνό Κερκίνη (Μπέλες). Απέχει 250 περίπου μέτρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, και βρίσκεται σε υψόμετρο 1.339 μέτρων. Η δύναμή του ήταν 13 αξιωματικοί και 350 οπλίτες. Διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης Πεζικού Ξανθός Πικουλάκης.
Στις 5:15 το πρωί αρχίζει ο βομβαρδισμός του οχυρού. Από τις 6 το πρωί, πολυάριθμα σμήνη αεροπλάνων άρχισαν να σφυροκοπούν την επιφάνεια του οχυρού, καταστρέφοντας το μοναδικό αντιαεροπορικό πολυβόλο, με το οποίο είχαν καταρριφθεί τέσσερα γερμανικά αεροπλάνα από τους υπερασπιστές του. Στις 7 το πρωί εκδηλώνεται η επίθεση από την 5η Ορεινή Μεραρχία. Σκληρός και φονικός αγώνας διεξάγεται και ολόκληρα εχθρικά τμήματα αποδεκατίζονται. Επανειλημμένες προσπάθειες των Γερμανών για την κατάληψη του Οχυρού αποτυγχάνουν με βαρύτατες απώλειες.
Ύστερα από τον ολοήμερο αγώνα έρχεται η νύχτα. Αρχίζει ο πόλεμος των υπόγειων στοών, όπου έχουν αποσυρθεί οι μαχητές του οχυρού, αποφασισμένοι να αμυνθούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν.
Οι Γερμανοί, λόγω απωλειών (40 νεκροί και 41 τραυματίες), αντικαθιστούν με νέες δυνάμεις τα επιτιθέμενα τάγματα. Κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες 100 Γερμανοί που τόλμησαν να διεισδύσουν στο Οχυρό έπεσαν νεκροί ή βαριά τραυματισμένοι. Οι στοές του Ιστίμπεη γέμισαν με ανθρώπινα πτώματα.
7/4/1941: Η ηρωική αντίσταση των Ελλήνων μαχητών στα οχυρά αναγκάζει τη γερμανική διοίκηση να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο παράκαμψης των οχυρών της “Γραμμής Μεταξά”, μέσω της κοιλάδας της Στρώμνιτσας στα βουλγαρογιουγκοσλαβικά σύνορα (σήμερα στην ΠΓΔΜ). Αργά το βράδυ η 2η Τεθωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία περνά τα Ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στην περιοχή της λίμνης Δοϊράνης και καταλαμβάνει τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Αλεξανδρούπολης.
Στις 5:45 π.μ. αρχίζει σφοδρός βομβαρδισμός του Ρούπελ από το γερμανικό πυροβολικό και την αεροπορία. Από τις 12 το μεσημέρι μέχρι και τις 2:00 μ.μ. πενήντα εχθρικά αεροσκάφη ενήργησαν βομβαρδισμό επί των θέσεων της Πυροβολαρχίας του Λοχαγού Κυριακίδη, ο οποίος ευρισκόμενος εντός του καταφυγίου με τον Ανθυπολοχαγό Βλάχο, καταπλακώθηκαν από τις βόμβες και έχασαν τη ζωή τους. Η 5η Μεραρχία μαζί με το ενισχυμένο 125ο Σύνταγμα Πεζικού διεισδύουν στην άμυνα του Στρυμόνα και επιτίθενται κατά μήκος και των δύο πλευρών του ποταμού, καταστρέφοντας τη μία οχυρωματική θέση μετά την άλλη στο πέρασμά τους.
Το πρωί βρήκε το οχυρό Ιστίμπεη να συνεχίζει τον επικό του αγώνα. Όλα τα επιφανειακά έργα γύρω από το οχυρό έχουν καταστραφεί. Οι Γερμανοί έχουν φράξει τα φατνώματα (θυρίδες) των πολυβολείων και διοχετεύουν ασφυξιογόνα αέρια, καπνογόνα, βενζίνη, κροτίδες, δέσμες δυναμίτιδας και εκρηκτικές ύλες μέσα στις στοές, δημιουργώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα. Στις 6 το πρωί, το γειτονικό οχυρό Σπανή Πέτρα (Κελκαγιά) ανέφερε ότι παραδινόταν, γιατί δεν μπορούσε πλέον να αντισταθεί, αφού τα αέρια είχαν κάνει αφόρητη τη ζωή τους μέσα στις στοές του οχυρού.
Η φρουρά του Ιστίμπεη, εξαιτίας των ασφυξιογόνων αερίων που είχαν διοχετευθεί στις υπόγειες στοές και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, υποχρεώθηκε στις 4 το απόγευμα να παραδοθεί.
Αξιωματικοί και οπλίτες κατάκοποι, εξαντλημένοι από τον διήμερο αγώνα, αλλά υπερήφανοι, γιατί έκαναν το καθήκον τους, συλλαμβάνονται και οδηγούνται αιχμάλωτοι στο βουλγαρικό έδαφος (Πετρίτσι, Άνω Τζουμαγιά), όπου παρέμειναν κάτω από άθλιες συνθήκες. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ιστίμεη ανήλθαν σε 30 νεκρούς και 70 τραυματίες, ενώ των Γερμανών ήταν πολλαπλάσιες.
8/4/1941: Η πτώση του οχυρού Ιστίμπεη σήμανε την προέλαση των Γερμανών στην κοιλάδα του Στρυμώνα. Οι Γερμανοί εισέρχονται στο Σιδηρόκαστρο και δίνεται διαταγή εγκατάλειψης της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης των Σερρών. Η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία υπερφαλαγγίζει τις ελληνικές δυνάμεις και τα μεσάνυχτα φθάνει προ των πυλών της Θεσσαλονίκης. Ήδη έχουν πέσει τα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη και η γερμανική 164η Μεραρχία Πεζικού εισέρχεται στην Ξάνθη.
Στις 6 το πρωί το οχυρό Ρούπελ δέχεται νέο σφοδρό βομβαρδισμό από την αεροπορία και το πυροβολικό, που συνεχίζεται όλη την ημέρα. Παρά και την σφοδρή χερσαία επιθετική προσπάθεια σε όλο το μέτωπο, το οχυρό παραμένει ανέπαφο, ενώ οι απώλειες των Γερμανών είναι μεγάλες.
9/4/1941: Ενώ η μάχη των Οχυρών του Ρούπελ συνεχίζεται, τα μηχανοκίνητα και τα άρματα της στρατιάς του στρατάρχη Λιστ, αφού κατηφορίζουν με ταχύτητα από τη Στρώμνιτσα και τη Γευγελή, βρίσκονται στα νώτα των Ελλήνων. Στις 8 το πρωί τα άρματα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με διοικητή τον αντιστράτηγο Ρούντολφ Φάιελ εισέρχονται στη Θεσσαλονίκη. Οι υπερασπιστές της “Γραμμής Μεταξά” περικυκλωμένοι πλέον, παίρνουν από τον αρχιστράτηγο Παπάγο τη διαταγή να συνθηκολογήσουν. Η συνθηκολόγηση υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη από τον διοικητή του ΤΣΑΜ, αντιστράτηγο Μπακόπουλο.
Το απόγευμα γερμανικά τμήματα καταλαμβάνουν την πόλη των Σερρών και εγκαθιστούν το φρουραρχείο τους στην έπαυλη Μαρούλη. Έλληνες τραυματίες και στρατιώτες που οπισθοχωρούσαν και είχαν πλημμυρίσει την πόλη, συγκεντρώθηκαν από τους Γερμανούς και κλείστηκαν σ’ ένα πρόχειρο στρατόπεδο.
Κατά την 4η ημέρα της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα, οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις επαναλαμβάνονται, κυρίως εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες. Μέχρι το μεσημέρι οι βομβαρδισμοί ήταν μικρής έντασης, αλλά από τις 2 μ.μ. μετατράπηκαν σε σφοδρούς. Στις 12:30, όμως, όταν επρόκειτο να εφορμήσουν τα τμήματα κρούσης, το ελληνικό πυροβολικό εξαπέλυσε στους χώρους εξόρμησης το φονικό πυρ και προκλήθηκαν πολλές και βαριές απώλειες στους Γερμανούς. Μετά από αυτό, τα γερμανικά τμήματα άρχισαν να οπισθοχωρούν. Οι απώλειες του οχυρού ήταν πέντε νεκροί και έντεκα τραυματίες.
Στις 5 το απόγευμα, Γερμανοί απεσταλμένοι, γνωρίζοντας ότι είχε υπογραφεί στη Θεσσαλονίκη η συνθηκολόγηση, ήρθαν στο Ρούπελ και ζήτησαν την παράδοση του οχυρού. Ο Διοικητής του, Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος, απάντησε ότι «τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Τελικά, η παράδοση του Ρούπελ έγινε την επομένη, 10 Απριλίου, στις 6 το πρωί, αφού ο διοικητής του έλαβε διαταγή κατάπαυσης του πυρός.
10/4/1941: Στην πόλη των Σερρών, οι Γερμανοί τοιχοκολλούν προκήρυξη στα γερμανικά, βουλγαρικά και ελληνικά, με την οποία δηλώνουν ότι αγαπούν τους Έλληνες και τον πολιτισμό τους και δεν έρχονται ως εχθροί, αλλά ως ελευθερωτές της Ελλάδος από τους Άγγλους.
Στις 6 π.μ. ο Ταγματάρχης Δουράτσος μετέβη προς συνάντηση Γερμανού Αξιωματικού, ο οποίος αφού τον συνεχάρη για την ηρωική αντίσταση τού ζήτησε την παράδοση του οχυρού Ρούπελ. Ο έλληνας αξιωματικός αξίωσε: «ουδείς Γερμανός να εισέλθει στο οχυρό προ της αναχωρήσεως των Ελλήνων μαχητών» και το αίτημα, μετά από λίγο, έγινε αποδεκτό από τους Γερμανούς. Την 11 π.μ., αφού οι ηρωικοί μαχητές απένειμαν τιμές προς τους πεσόντες, κινήθηκαν πεζή μέσω Σιδηροκάστρου στις Σέρρες. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ρούπελ ανήλθαν σε 44 νεκρούς και 152 τραυματίες.
Μία από τις πιο συγκινητικές στιγμές της αντίστασης των οχυρών είναι αυτή του οχυρού Παλιουριώνες στο βουνό Κερκίνη (Μπέλες), το οποίο παρέμενε απόρθητο. Στις 5.30 το απόγευμα της 9ης Απριλίου γερμανοί κήρυκες πληροφορούσαν τη φρουρά για τη συνθηκολόγηση που είχε προηγηθεί. Μετά την επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού αποφασίστηκε να γίνει η εκκένωση κατά τη διάρκεια της νύκτας.
Τελικά, η παράδοση του οχυρού στους Γερμανούς έγινε στις 9 το πρωί της 10ης Απριλίου. Κατά την παράδοση, ο Γερμανός συνταγματάρχης παρέταξε έξω από το οχυρό γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Ο Διοικητής του οχυρού Ταγματάρχης Πεζικού Αλέξανδρος Χατζηγεωργίου και η φρουρά βγήκαν από το οχυρό, πέρασαν ένοπλοι μπροστά από το γερμανικό τάγμα και με δάκρυα στα μάτια αποχώρησαν. Η γερμανική σημαία υψώθηκε στο οχυρό μόνο μετά την αποχώρηση των ηρωικών υπερασπιστών του, που έχασαν τελικά τρεις συμπολεμιστές τους.
Ακόμα και μετά την παράδοση της Γραμμής Μεταξά από τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο, μεμονωμένα φρούρια συνέχισαν να μάχονται για μέρες και δεν κατελήφθησαν παρά μόνο όταν χρησιμοποιήθηκε βαρύ πυροβολικό εναντίον τους. Ουσιαστικά, όμως, η Γραμμή Μεταξά περισσότερο παραδόθηκε, λόγω της υπερφαλάγγισης και της κύκλωσής της από τους Γερμανούς, παρά κατέρρευσε.
13/4/1941: Οι βρετανικές δυνάμεις αποσύρονται στον ποταμό Αλιάκμονα και στη συνέχεια στο στενό των Θερμοπυλών, για να μην υπερφαλαγγιστούν από τις γερμανικές δυνάμεις που κατέβαιναν από το Μοναστήρι (σημερινή Μπίτολα της ΠΓΔΜ). Τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα αποχωρούν από την Πίνδο.
14/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κοζάνη.
17/4/1941: Η Γιουγκοσλαβία συνθηκολογεί.
18/4/1941: Αυτοκτονεί ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής.
19/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Λάρισα και τα Ιωάννινα
20/4/1941: Οι ελληνικές δυνάμεις στο Αλβανικό Μέτωπο έχουν απομονωθεί μετά την ταχεία προέλαση των Γερμανών προς Νότο. Το ηθικό των στρατιωτών έχει κλονιστεί. Ο αρχιστράτηγος Παπάγος αποκλείει κάθε περίπτωση συνθηκολόγησης. Διαφορετική γνώμη έχουν οι Σωματάρχες, οι οποίοι με επικεφαλής των διοικητή του Γ’ Σώματος Στρατού αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου και σε συνεργασία με τον μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα αποφασίζουν να συνθηκολογήσουν με τους Γερμανούς.
21/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τον Βόλο. Ο Βουλγαρικός Στρατός που ήταν σύμμαχος των Γερμανών εισέρχεται στο Σιδηρόκαστρο Σερρών. Ο Εμμανουήλ Τσουδερός ορκίζεται πρωθυπουργός της Ελλάδος, διαδεχόμενος τον αυτοκτονήσαντα Αλέξανδρο Κορυζή.
22/4/1941: Ο βουλγαρικός στρατός που κατέλαβε το Σιδηρόκαστρο διατάσσει τον Έλληνα Μητροπολίτη Βασίλειο να αναχωρήσει για τη Θεσσαλονίκη. Οι Βούλγαροι στρατιώτες επιδίδονται σε όργιο καταστροφών, αρχίζοντας από το τηλεγραφείο. Έκοψαν τα τηλεγραφικά και τηλεφωνικά σύρματα, λεηλάτησαν τα γραφεία και τα χρηματοκιβώτια που είχαν εγκαταλείψει οι αρχές της πόλης και κατέστρεψαν όλα τα αρχεία. Στη συνέχεια κατέλαβαν τη Νιγρίτα, αφόπλισαν τους έλληνες χωροφύλακες και εγκατέστησαν Βούλγαρο Δήμαρχο, υψώνοντας τη σημαία τους. Οι κάτοικοι της Νιγρίτας αντέδρασαν δυναμικά και την επομένη ημέρα πραγματοποίησαν μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην κεντρική πλατεία.
23/4/1941: Ο ελληνικός στρατός στην Πίνδο συνθηκολογεί με τους Γερμανοϊταλούς. Το πρωτόκολλο ανακωχής υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη από τον αντιστράτηγο Τσολάκογλου και τον γερμανό στρατηγό Ντίτριχ. Βασιλιάς, κυβέρνηση και Παπάγος δεν αναγνωρίζουν τη συνθηκολόγηση.
Οι Έλληνες στρατιώτες δεν αντιμετωπίζονται ως αιχμάλωτοι πολέμου και τους επιτρέπεται να γυρίσουν στα σπίτια τους μετά τον αφοπλισμό των μονάδων τους, ενώ στους αξιωματικούς επιτρέπεται να κρατήσουν τα όπλα τους. Γερμανικά Στούκας πραγματοποιούν την πρώτη επίθεση εναντίον του ναυστάθμου Σαλαμίνας, προξενώντας σημαντικές ζημιές. Την ίδια μέρα, ο Βασιλιάς Γεώργιος και ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός μεταβαίνουν με υδροπλάνο από τον Σκαραμαγκά στα Χανιά.
25/4/1941: Οι Γερμανοί νικούν τα αυστραλονεοζηλανδικά στρατεύματα στη Μάχη των Θερμοπυλών. Ο δρόμος προς την Αθήνα για τους Γερμανούς είναι ανοικτός.
27/4/1941: Οι Γερμανοί εισέρχονται στην Αθήνα. Στην Ακρόπολη υψώνεται η γερμανική σημαία (σβάστικα).
30/4/1941: Ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα βρίσκεται υπό τριπλή κατοχή. Στην Αθήνα ορκίζεται κυβέρνηση δωσιλόγων, με επικεφαλής τον Στρατηγό Τσολάκογλου.
1/6/1941: Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, όλη η ελλαδική επικράτεια βρίσκεται πλέον υπό τριπλή κατοχή.
Ο απολογισμός της πρώτης Γερμανικής Κατοχής 1940-1944
Μετά από πόλεμο 4 χρόνων, 6 μηνών και 13 ημερών, έφθασε η ώρα του απολογισμού. Το 1939, στην περιφέρεια Αθηνών-Πειραιά οι γεννήσεις υπερέβαιναν τους θανάτους κατά 5.639. Το 1942 οι θάνατοι υπερέβαιναν τις γεννήσεις κατά 30.5312. Κατά τη διάρκεια της κατοχής, ο αριθμός των θανάτων στους άνδρες εννιαπλασιάστηκε και στις γυναίκες τετραπλασιάστηκε. Μόνο στην πρωτεύουσα οι 500 προπολεμικοί θάνατοι ανδρών τον μήνα έφθασαν τους 4.500 και οι 500 των γυναικών τους 2.000. Στο υπόμνημά της προς το Συνέδριο των Παρισίων η Ελλάδα ανέφερε 558.000 νεκρούς ή το 7,6% του πληθυσμού και 830.000 ανίκανους προς εργασία ή το 12,6% του πληθυσμού. Αυτός ήταν ο ανθρώπινος απολογισμός. Ο πληθυσμιακός ήταν διαφορετικός.
Το 1940 οι κάτοικοι της χώρας έφθαναν τα 7.335.000. Αν δεν αεσολαβούσε η κατοχή, με τις προπολεμικές συνθήκες, ο πληθυσμός θα αυξανόταν κατά 300.000 από φυσική κίνηση και 110.000 από το συνηθισμένο ρεύμα των Ελλήνων του εξωτερικού. Συνολικά 410.000. Αντί για την αύξηση αυτή, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 558.000 άτομα. Επομένως η πληθυσμιακή απώλεια ήταν 968.000, δηλαδή το 13% του επιπέδου του 1940.
Η φυματίωση και η ελονοσία υπήρξαν τα συνώνυμα της κάνης. Η φυματίωση, η προφυματίωση και οι άλλες ασθένειες μαστίζουν το 80% του ελληνικού λαού, γράφει στην έκθεση του προς τον Εμ. Τσουδερό ο γ. διευθυντής του Δημόσιου Λογιστικού. Τα θύματα της φυματίωσης με την κατοχή διπλασιάστηκαν. Την ίδια ώρα οι Αρχές Κατοχής είχαν επιτάξει τα σανατόρια για δικές τους ανάγκες.
Η ελονοσία από το 25% του 1940 έφθασε στο 40% και με το κινίνο σε έλλειψη. Το λίγο που υπήρχε, οι επιδρομείς το διακινούσαν μέσω της μαύρης αγοράς. Με το τέλος της κατοχής οι φυματικοί έφθασαν τις 400.000 και οι σε προφυματική κατάσταση το 1 εκ. Οι ελονοσούντες τα 2,5 εκ. Αν σε αυτούς προθέσουμε και τους 21.000 ανάπηρους πολέμου φθάνουμε στα 3.921.000, δηλαδή το 50% του πληθυσμού.
Οι βίαιες μετακινήσεις του πληθυσμού ερήμωσαν τη χώρα. Ανέστρεψαν την παραγωγική διαδικασία και τα ανθρώπινα όνειρα. Σ' αυτές ανάγκαζαν τον πληθυσμό οι Βούλγαροι πριν εποικίσουν τις πιο πλούσιες περιοχές.
Βίαια, όμως, είναι και η μετακίνηση του πληθυσμού όταν γινόταν για να αποφύγει ο πληθυσμός την ομηρία, τις σφαγές, τις απελάσεις, τους διωγμούς και την πολιτική επιστράτευση. Δεν αναφερόμαστε στις μετακινήσεις του πληθυσμού προς την ύπαιθρο για να αποφύγει τον θάνατο από την ασιτία. Ιδιαίτερα θύματα των πληθυσμιακών μετακινήσεων υπήρξαν η Ήπειρος και η Β. Ελλάδα. Λόγω των μετακινήσεων αυτών, ο ελληνικός πληθυσμός των οικισμών μειώθηκε σχεδόν κατά το ένα τρίτο. Μας είχαν καταντήσει πρόσφυγες στον τόπο μας.
Ο απολογισμός της ομηρίας είναι 30.000 Έλληνες στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Βουλγαρία. Επί πλέον, 60.000 Ελληνοεβραίοι στην Πολωνία. Από κοντά η αναγκαστική αποδημία των αμάχων που προτίμησαν τη διαφυγή στο εξωτερικό. Οι περισσότεροι από αυτούς είτε χάθηκαν είτε πέθαναν. Οι αναζητήσεις των αγνοουμένων μέσω του Ερυθρού Σταυρού συνεχίστηκαν, σε μόνιμη καθημερινή βάση, 30 χρόνια μετά την κατοχή.
Οι υλικές καταστροφές προσεγγίζονται μόνο ως ναρκοπέδιο της ανασυγκρότησης και ως υποθήκευση των μελλοντικών δεκαετιών και γενεών. Μια προσέγγιση του χάους, από ελληνικές και ξένες πηγές, δίνει:
1. Ο οικοδομικός πλούτος.
Καταστράφηκαν 3.700 πόλεις και οικισμοί, 408.000 σπίτια ισοδύναμα με 511.500 οικοδομές αξίας 150.000 προπολεμικοόν δραχμών για κάθε μία. Μέσα σ' αυτά και 5.000 σχολεία. Η ζημιά έφθασε στο 23% του συνολικού οικοδομικού μας πλούτου. Η Ελλάδα, για να αντικαταστήσει το χαμένο οικοδομικό της πλούτο, θα χρειαζόταν 23 χρόνια ομαλής οικοδομικής προσπάθειας, όπως εκείνης του μέσου όρου των ετών 1930-1940 ή να διέθετε για τον σκοπό αυτό ολόκληρο τον προϋπολογισμό του 1946 επί 40 χρόνια.
2. Οι άστεγοι
Η οικιστική καταστροφή δημιουργούσε 227.000 άστεγες οικογένειες, περισσότερα από 1,2 εκ. άτομα, δηλαδή το 18% του πληθυσμού. Κοντά σ'αυτούς και οι 234.000 οικογένειες που βρέθηκαν να κατοικούν σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Την ίδια στιγμή η εγκατάλειψη της υπαίθρου έπαιρνε διαστάσεις εθνικού κινδύνου. Γεγονός ιδιαίτερα επικίνδυνο για τη Β. Ελλάδα, όπου σε περιοχές της η πυκνότητα του πληθυσμού ανά τ.χ. είχε κατεβεί στο 1,2 από το προπολεμικό 21,6.
3. Οι συγκοινωνίες
Το οδικό δίκτυο είχε καταστραφεί κατά 75-80% και τα μεταφορικά μέσα κατά 75%. Από τα 17.200 προπολεμικά επιβατικά, φορτηγά και λεωφορεία είχαν ολικά καταστραφεί τα 11.650 και ίίερικώς τα 2.950. Η διώρυγα της Κορίνθου είχε ολοσχερώς καταστραφεί.
Στο σιδηροδρομικό δίκτυο από τα 2.679 χμ. απέμεναν τα 680, δηλαδή καταστροφή κατά 75%. Από τα 7.708 βαγόνια απέμειναν τα 607, καταστροφή κατά 84%. Στις σιδηροδρομικές γέφυρες, σήραγγες και τηλεγραφικές εγκαταστάσεις η καταστροφή έφτανε το 75%. Στα σιδηροδρομικά οικήματα η καταστροφή ήταν μικρή, μόνο... 60%.
4. Τηλεπικοινωνίες
Το δίκτυο είχε ολοσχερώς καταστραφεί. Το 70% των μηχανημάτων είχαν μεταφερθεί στη Γερμανία.
5. Εμπορικός στόλος
Είχε μειωθεί κατά 73%, ενώ οι ζημιές στα λιμενικά έργα υπέρβαιναν τα 13 εκ. δολ. του 1938.
6. Γεωργία
Η γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή είχε μειωθεί κατά 60%, ενώ είχαμε χάσει το 25% των δασών μας ως ξυλεία.
7. Βιομηχανία - Εμπόριο.
Μετά από εντολή του υπ. εθνικής οικονομίας τα εμποροβιομηχανικά επιμελητήρια θα καταγράψουν τη ζημιά στη βιομηχανία, το εμπόριο και τις επαγγελματοβιοτεχνικές μονάδες. Το επιμελητήριο Αθηνών, με το 4657/11.4.1946 έγγραφο του, δίνει την καταγραφή κατά υπαίτιο σε δισ. προπολεμικές δρχ.:
Γερμανία 12,14
Ιταλία 3,13
Βουλγαρία 3,1
Συμμαχικός Στρατός 1,86
Οργανώσεις Αντίστασης 1,4
Ελληνικό Δημόσιο 0,73
Σύνολο 22,4
8. Αρχαιολογικοί χώροι
Οι Γερμανοί προκάλεσαν (διάβαζε λεηλάτησαν) καταστροφές σε 87 αρχαιολογικούς χώρους, οι Ιταλοί σε 39 και οι Βούλγαροι σε 3. Επι πλέον, διενεργήθηκαν 26 αυθαίρετες ανασκαφές με αρπαγή των αρχαιολογικών θησαυρών.
Κατά τους υπολογισμούς Ελλήνων εμπειρογνωμόνων, κατόπιν εντολής της Ελληνικής Κυβέρνησης, η συνολική καταστροφή που μπόρεσε να αποτιμηθεί, λόγω κατοχής σε δολάρια του 1938, κατανέμεται ως εξής:
1. Υλικές απώλειες άμεσες 2.613.407.000 - εμμεσες 1.200.000.000
2. Δαπάνες Κατοχής 2.781.000.000
3. Κρατικές Δαπάνες 1.857.426 000
4. Συντάξεις 1.464.741.000
5. Διαφυγόν κέρδος 4.032.000.000
6. Διάφορες απώλειες 1.810.000.000
Σύνολο 15.758.574.000
Τόσα δίνει και ο Μπενάς, δηλαδή 8,5 δισ. δολ. του 1948. Ο Μπακάλμπασης υπολογίζει τις ζημιές που μπορούν να επανορθωθούν, δίχως να περιλαμβάνει τις ζημιές που προξένησαν οι επιδρομείς κατά την αποχώρηση τους, όπως και άλλες περιφερειακές ζημίες, σε 11.388.000 ημερομίσθια.
Οι πρώτοι όμηροι στη Γερμανική Κατοχή
Μ ε την είσοδο των Γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνααποφασίστηκε μεγάλη παρέλαση του Γερμανικού στρατού στις 3 Μαΐου 1941. Την προηγούμενη ο Γερμανός φρούραρχος ζήτησε από τον Δήμαρχο Αθηναίων Αμβρόσιο Πλυτά (ο Α Πλυτάς ήταν ήδη Δήμαρχος από 16 Σεπτεμβρίου του 1936 και παρέμεινε μέχρι 10 Μαΐου 1941) να ορίσει 12 επιφανείς πολίτες που θα κρατούντο σαν εγγύηση ότι δεν θα γινόταν επίθεση κατά των παρελαυνόντων στρατευμάτων .
Έτσι ο δήμαρχος σε λίγες ώρες ειδοποίησε να παρουσιαστούν στο Δημαρχείο οι πιο κάτω Αθηναίοι
1. Φωτεινός Γεώργιος πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
2. Σταυρόπουλος Άγγελος Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
3. Σκουζές Δημήτριος Γενικός Γραμματέας Συλλόγου Αθηναίων.
4. Ράπτης Βασίλειος Πρόεδρος Εργατικού Κέντρου Αθηνών.
5. Καλομοίρης Ιωάννης Γενικός Γραμματέας Συνομοσπονδίας Εργατών.
6. Παμπούκης Ιωάννης Πρόεδρος Κτηματικής Ένωσης Αθηνών.
7. Μανέας Κλέαρχος Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
8. Παπαγιάννης Κωνσταντίνος Πρόεδρος Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών.
9. Πετράκης Κωνσταντίνος Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών.
10. Σταθάτος Αντ Προεδρος της ΕΛΠΑ
11. Γιοκορέτσας Απόστολος Πρόεδρος Εμποροϋπαλλήλων Αθηνών.
12. Γεωργάτος Α Πρόεδρος Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
Όλοι συγκεντρώθηκαν στο Δημαρχείο στις 7.30 το πρωί της 3ης Μαΐου 1941 και περιορίστηκαν υπό την φύλαξη Γερμανών στρατιωτών. Δεν τους απέκρυψαν ότι θα παρέμεναν εκεί και δύο ώρες μετά την λήξη της παρελάσεως σαν όμηροι που θα εγγυώνται την μη ύπαρξη επεισοδίων κατά την Γερμανική παρέλαση.
Μετά το πέρας της παρέλασης και αφού πέρασαν δύο ώρες από την λήξη της, έφτασε ο υπασπιστής του φρούραρχου για να τους αναγγείλει "ευγενώς" ότι ήταν ελεύθεροι .
Επίλογος
Γιά τον απολογισμό της σημερινής κατοχής της χώρας απο την Γερμανία ο κύκλος του αίματος δεν έχει κλείσει. Οι καθημερινές σχεδόν αυτοκτονίες, η εξαθλίωση των Ελλήνων ελέω μνημονίων καλά κρατεί, ο ιστορικός του μέλλοντος αναμένεται να καταγραψεί τόν τελικό απολογισμό. Εως τότε Ιδωμεν... Απεύχομαι τα χειρότερα... Δυστυχώς το προσωπείο του κατακτητή δεν αλλάζει στο πέρασμα του χρόνου...
Ιστορική επιμέλεια - Διορθώσεις: Πύρινος Λόγιος
Η επίθεση της ναζιστικής Γερμανίας κατά της χώρας μας εκδηλώθηκε στις 5:15 το πρωί της 6ης Απριλίου 1941 στα οχυρά της Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας, 45 λεπτά πριν από την προβλεπόμενη ώρα, σύμφωνα με τη γερμανική διακοίνωση που είχε επιδοθεί νωρίτερα στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή από τον γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα, πρίγκιπα Έρμπαχ.
Επιδίδοντας το τελεσίγραφο, ο Έρμπαχ τόνισε στον Κορυζή ότι ο πόλεμος δεν στρεφόταν κατά της Ελλάδας, αλλά κατά της Αγγλίας, που είχε σπεύσει προς βοήθεια της χώρας μας με 62.000 άνδρες και μεγάλη αεροπορική δύναμη.
Ο Κορυζής είπε το δεύτερο ΟΧΙ, αυτή τη φορά στην ιταμή ναζιστική πρόκληση. Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας αποτελεί συνέχεια του ελληνοϊταλικού πολέμου, που ξεκίνησε την 28η Οκτωβρίου 1940 με την ιταλική επίθεση στα ελληνοαλβανικά σύνορα.
Η γερμανική επίθεση είχε την κωδική ονομασία "Μαρίτα" και η εντολή για τη σχεδίασή της είχε δοθεί από τον Χίτλερ στις 13 Δεκεμβρίου 1940. Στόχος του γερμανού δικτάτορα ήταν η βοήθεια προς τον σύμμαχό του Μουσολίνι που ήταν στριμωγμένος από τους Έλληνες στην Αλβανία και η εξασφάλιση των νώτων του ενόψει της επικείμενης επίθεσής του στη Ρωσία (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα). Το σχέδιο Μαρίτα δεν αφορούσε μόνο την Ελλάδα, αλλά και τη Γιουγκοσλαβία, τις μόνες χώρες των Βαλκανίων, μαζί με την Τουρκία, που δεν είχαν συμμαχήσει με τον Άξονα.
Τον διμέτωπο αγώνα κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας ανέλαβε η γερμανική 12η Στρατιά υπό τον στρατάρχη Βίλχελμ Λιστ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 680.000 άνδρες, 1.200 τανκς και 700 αεροπλάνα. Η χώρα μας παρέταξε 70.000 άνδρες στα οχυρά των ελληνοβουλγαρικών συνόρων, με επικεφαλής τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μπακόπουλο, καθώς ο κύριος όγκος του ελληνικού στρατού μαχόταν τους Ιταλούς στην Αλβανία. Οι αγγλικές δυνάμεις έλεγχαν τον άξονα Τεμπών - Βερμίου, όμως το κέντρο του μετώπου ήταν ασθενές και η Θεσσαλονίκη ανοχύρωτη πόλη.
Η γερμανική επίθεση εκδηλώθηκε στο μέτωπο των ελληνοβουλγαρικών συνόρων κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Μεταξά στην Ανατολική Μακεδονία και στα μεμονωμένα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη. Ταυτόχρονα, γερμανικά αεροσκάφη βομβάρδισαν τον Πειραιά και τις ακτές έως τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, προκαλώντας ανθρώπινα θύματα και τεράστιες ζημιές.
Η λεγόμενη Γραμμή Μεταξά είναι ένα φιλόδοξο οχυρωματικό έργο, στα πρότυπα της Γραμμής Μαζινό, που είχε κατασκευαστεί με πρωτοβουλία του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, ως ασπίδα αποτροπής του βουλγαρικού κινδύνου. Μεγάλο θαυμασμό και έκπληξη είχαν προκάλεσε στους Γερμανούς επιδρομείς οι κρυφές έξοδοι, χωρίς όμοιες σε άλλη οχύρωση, το σχετικά χαμηλό κόστος και το μικρό διάστημα κατασκευής. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εντοπίσουν τα φατνώματα (θυρίδες) των οχυρών πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων και ότι οι Βούλγαροι δεν γνώριζαν τίποτα, εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα η τεχνική απόκρυψη και παραλλαγή, η άριστη ποιότητα σκυροδέματος, η έλλειψη ειδικού οπλισμού οχύρωσης και η τέλεια προσαρμογή του οπλισμού του στρατού εκστρατείας.
Οι υπερασπιστές των Οχυρών (Νυμφαία, Εχίνος, Λίσε, Ιστίμπεη, Περιθώρι, Ρούπελ, Πυραμιδοειδές, Παλουριώνες κ.ά.) αμύνθηκαν σθεναρά για τρεις ημέρες στις αλλεπάλληλες επιθέσεις των υπέρτερων γερμανικών δυνάμεων. Κάμφθηκαν μόνο όταν οι τεθωρακισμένες γερμανικές μεραρχίες, μετά την αστραπιαία κατάρρευση του νότιου Γιουγκοσλαβικού μετώπου, εισέδυσαν στα Σκόπια και από την κοιλάδα του Αξιού πέρασαν τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στις 8 Απριλίου, παρακάμπτοντας τη Γραμμή Μεταξά. Τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέλαβαν την πόλη.
Οι υπερασπιστές της Γραμμής Μεταξά, περικυκλωμένοι πλέον, έλαβαν εντολή από τον αρχιστράτηγο Παπάγο να συνθηκολογήσουν (9 Απριλίου). Τον ηρωισμό τους αναγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλοί τους, με εκδηλώσεις θαυμασμού και τιμητικά αγήματα για τους αιχμάλωτους Έλληνες μαχητές. Οι ελληνικές απώλειες σε όλο το μέτωπο της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ανήλθαν σε περίπου 1.000 νεκρούς και τραυματίες. Οι αντίστοιχες γερμανικές ανήλθαν σε 555 νεκρούς, 2.134 τραυματίες και 170 αγνοούμενους, αριθμός που αντιστοιχεί στο μισό των συνολικών απωλειών τους στη διάρκεια της επιχείρησης Μαρίτα, γεγονός που καταδεικνύει το μέγεθος της ελληνικής αντίστασης.
Κατά τις επόμενες μέρες, η προέλαση των Γερμανών προς Νότο υπήρξε ραγδαία, με την κατάρρευση και του μετώπου της Αλβανίας. Έως τις 30 Απριλίου είχε καταληφθεί ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα και η χώρα βρέθηκε υπό τριπλή κατοχή: γερμανική, ιταλική και βουλγαρική.
Χρονολόγιο
6/4/1941: Στις 5:12 π.μ. γερμανικές, ιταλικές και ουγγρικές στρατιωτικές δυνάμεις επιτίθενται κατά της Γιουγκοσλαβίας, ενώ τρία λεπτά αργότερα αρχίζει η γερμανική επίθεση εναντίον της χώρας μας στο μέτωπο Ανατολικής Μακεδονίας (Γραμμή Μεταξά) και Θράκης, μετά την επίδοση τελεσιγράφου από τους Γερμανούς στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κορυζή.
Η οχυρωματική Γραμμή Μεταξά, με μήκος 170 χλμ., εκτεινόταν από τον ποταμό Νέστο ως το όρος Κερκίνη (Μπέλες) κοντά στα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία και την υπερασπιζόταν το Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ), το οποίο αποτελούσαν οι 7η, 14η και 17η Μεραρχίες Πεζικού υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Μπακόπουλου. Οι οχυρώσεις ήταν σχεδιασμένες να διαθέτουν φρουρά άνω των 200.000 στρατιωτών, όμως λόγω της έλλειψης προσωπικού το συνολικό μέγεθος της φρουράς που υπερασπιζόταν τα οχυρά ήταν περίπου 70.000 άντρες, έχοντας ως αποτέλεσμα την αραιή διάταξη των αμυντικών γραμμών.
Η αρχική γερμανική επίθεση κατά της γραμμής πραγματοποιήθηκε από μία μονάδα πεζικού, ενισχυμένη από δύο ορεινές μεραρχίες του 18ου Ορεινού Σώματος, αντιμετώπισαν, όμως, ισχυρή αντίσταση και σημείωσαν μικρή επιτυχία.
Το ελληνικό πολεμικό ανακοινωθέν της ημέρας αυτής έλεγε:
“Από της 5:15 ώρας της σήμερον ο εν Βουλγαρία γερμανικός στρατός προσέβαλλεν απροκλήτως τα ημέτερα στρατεύματα της ελληνικής μεθορίου. Αι δυνάμεις μας αμύνοναι του πατρίου εδάφους… Ισχυραί γερμανικά δυνάμεις, εφοδιασμέναι με τα πλέον σύγχρονα πολεμικά μέσα, με υποστήριξιν αρμάτων, αφθόνου βαρέος πυροβολικού και πολυαρίθμου αεροπορίας, προσέβαλον από της πρωίας της σήμερον επανειλημμένως τας θέσεις μας, ων αμύνονται μόνον ελληνικά δυνάμεις λίαν περιωρισμέναι. Καθ' όλη την ημέραν διεξήχθη σφοδρότατος αγών εις τας κυριοτέρας ζώνας της παραμεθωρίου προς Βουλγαρίαν περιοχής ιδιαιτέρως δε εις την περιοχήν Μπέλες και την κοιλάδα του Στρυμόνος…”
Το Ρούπελ, το Ρονπέλιον των Βυζαντινών, είναι το μεγαλύτερο οχυρό της “Γραμμής Μεταξά” και ελέγχει την ομώνυμη στενωπό, που σχηματίζεται από τον ρου του Στρυμόνα, ανάμεσα στα βουνά Κερκίνη (Μπέλες) και Άγγιστρο.
Το υπεράσπιζαν 27 αξιωματικοί και 950 στρατιώτες με επικεφαλής τον Ταγματάρχη Δουράτσο, παρότι προβλεπόταν δύναμη 44 αξιωματικών και 1353 οπλιτών.
Η επίθεση των Γερμανών κατά των οχυρών άρχισε την 5:15 το πρωί με σφοδρό βομβαρδισμό του Πυροβολικού και από τις 6 το πρωί και με αεροπλάνα κάθετης εφόρμησης, τα γνωστά Στούκας, τα οποία αναπτυγμένα σε σχηματισμούς έριχναν βόμβες, κάτω από το τρομερό σφύριγμα των σειρήνων τους. Παρά τις επίμονες προσπάθειες της πρώτης ημέρας, οι Γερμανοί δεν κατορθώνουν να καταλάβουν το Ρούπελ και τα γύρω οχυρά, ενώ λόγω των ειδικών τους σοβαρών απωλειών, πέφτουν σε κατάσταση άμυνας λίγο πριν βραδιάσει.
Μία γερμανική αναφορά στο τέλος της πρώτης μέρας των επιχειρήσεων περιγράφει πως η γερμανική 5η Ορεινή Μεραρχία «απωθήθηκε στο πέρασμα Ρούπελ, παρά την ισχυρότατη αεροπορική υποστήριξη, έχοντας σημαντικές απώλειες». Από τα 24 οχυρά που αποτελούσαν τη “Γραμμή Μεταξά” μόνο δύο έπεσαν, και αυτά μόνον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς από τους εισβολείς.
Το Οχυρό Ιστίμπεη απέχει 16 χιλιόμετρα από το Νέο Πετρίτσι και βρίσκεται στο βουνό Κερκίνη (Μπέλες). Απέχει 250 περίπου μέτρα από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα, και βρίσκεται σε υψόμετρο 1.339 μέτρων. Η δύναμή του ήταν 13 αξιωματικοί και 350 οπλίτες. Διοικητής ήταν ο Ταγματάρχης Πεζικού Ξανθός Πικουλάκης.
Στις 5:15 το πρωί αρχίζει ο βομβαρδισμός του οχυρού. Από τις 6 το πρωί, πολυάριθμα σμήνη αεροπλάνων άρχισαν να σφυροκοπούν την επιφάνεια του οχυρού, καταστρέφοντας το μοναδικό αντιαεροπορικό πολυβόλο, με το οποίο είχαν καταρριφθεί τέσσερα γερμανικά αεροπλάνα από τους υπερασπιστές του. Στις 7 το πρωί εκδηλώνεται η επίθεση από την 5η Ορεινή Μεραρχία. Σκληρός και φονικός αγώνας διεξάγεται και ολόκληρα εχθρικά τμήματα αποδεκατίζονται. Επανειλημμένες προσπάθειες των Γερμανών για την κατάληψη του Οχυρού αποτυγχάνουν με βαρύτατες απώλειες.
Ύστερα από τον ολοήμερο αγώνα έρχεται η νύχτα. Αρχίζει ο πόλεμος των υπόγειων στοών, όπου έχουν αποσυρθεί οι μαχητές του οχυρού, αποφασισμένοι να αμυνθούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν.
Οι Γερμανοί, λόγω απωλειών (40 νεκροί και 41 τραυματίες), αντικαθιστούν με νέες δυνάμεις τα επιτιθέμενα τάγματα. Κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες 100 Γερμανοί που τόλμησαν να διεισδύσουν στο Οχυρό έπεσαν νεκροί ή βαριά τραυματισμένοι. Οι στοές του Ιστίμπεη γέμισαν με ανθρώπινα πτώματα.
7/4/1941: Η ηρωική αντίσταση των Ελλήνων μαχητών στα οχυρά αναγκάζει τη γερμανική διοίκηση να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιο παράκαμψης των οχυρών της “Γραμμής Μεταξά”, μέσω της κοιλάδας της Στρώμνιτσας στα βουλγαρογιουγκοσλαβικά σύνορα (σήμερα στην ΠΓΔΜ). Αργά το βράδυ η 2η Τεθωρακισμένη Γερμανική Μεραρχία περνά τα Ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα στην περιοχή της λίμνης Δοϊράνης και καταλαμβάνει τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Αλεξανδρούπολης.
Στις 5:45 π.μ. αρχίζει σφοδρός βομβαρδισμός του Ρούπελ από το γερμανικό πυροβολικό και την αεροπορία. Από τις 12 το μεσημέρι μέχρι και τις 2:00 μ.μ. πενήντα εχθρικά αεροσκάφη ενήργησαν βομβαρδισμό επί των θέσεων της Πυροβολαρχίας του Λοχαγού Κυριακίδη, ο οποίος ευρισκόμενος εντός του καταφυγίου με τον Ανθυπολοχαγό Βλάχο, καταπλακώθηκαν από τις βόμβες και έχασαν τη ζωή τους. Η 5η Μεραρχία μαζί με το ενισχυμένο 125ο Σύνταγμα Πεζικού διεισδύουν στην άμυνα του Στρυμόνα και επιτίθενται κατά μήκος και των δύο πλευρών του ποταμού, καταστρέφοντας τη μία οχυρωματική θέση μετά την άλλη στο πέρασμά τους.
Το πρωί βρήκε το οχυρό Ιστίμπεη να συνεχίζει τον επικό του αγώνα. Όλα τα επιφανειακά έργα γύρω από το οχυρό έχουν καταστραφεί. Οι Γερμανοί έχουν φράξει τα φατνώματα (θυρίδες) των πολυβολείων και διοχετεύουν ασφυξιογόνα αέρια, καπνογόνα, βενζίνη, κροτίδες, δέσμες δυναμίτιδας και εκρηκτικές ύλες μέσα στις στοές, δημιουργώντας αποπνικτική ατμόσφαιρα. Στις 6 το πρωί, το γειτονικό οχυρό Σπανή Πέτρα (Κελκαγιά) ανέφερε ότι παραδινόταν, γιατί δεν μπορούσε πλέον να αντισταθεί, αφού τα αέρια είχαν κάνει αφόρητη τη ζωή τους μέσα στις στοές του οχυρού.
Η φρουρά του Ιστίμπεη, εξαιτίας των ασφυξιογόνων αερίων που είχαν διοχετευθεί στις υπόγειες στοές και της φλεγόμενης βενζίνης που χρησιμοποιούσαν οι Γερμανοί, υποχρεώθηκε στις 4 το απόγευμα να παραδοθεί.
Αξιωματικοί και οπλίτες κατάκοποι, εξαντλημένοι από τον διήμερο αγώνα, αλλά υπερήφανοι, γιατί έκαναν το καθήκον τους, συλλαμβάνονται και οδηγούνται αιχμάλωτοι στο βουλγαρικό έδαφος (Πετρίτσι, Άνω Τζουμαγιά), όπου παρέμειναν κάτω από άθλιες συνθήκες. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ιστίμεη ανήλθαν σε 30 νεκρούς και 70 τραυματίες, ενώ των Γερμανών ήταν πολλαπλάσιες.
8/4/1941: Η πτώση του οχυρού Ιστίμπεη σήμανε την προέλαση των Γερμανών στην κοιλάδα του Στρυμώνα. Οι Γερμανοί εισέρχονται στο Σιδηρόκαστρο και δίνεται διαταγή εγκατάλειψης της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης των Σερρών. Η 2η Γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία υπερφαλαγγίζει τις ελληνικές δυνάμεις και τα μεσάνυχτα φθάνει προ των πυλών της Θεσσαλονίκης. Ήδη έχουν πέσει τα οχυρά του Εχίνου και της Νυμφαίας στη Θράκη και η γερμανική 164η Μεραρχία Πεζικού εισέρχεται στην Ξάνθη.
Στις 6 το πρωί το οχυρό Ρούπελ δέχεται νέο σφοδρό βομβαρδισμό από την αεροπορία και το πυροβολικό, που συνεχίζεται όλη την ημέρα. Παρά και την σφοδρή χερσαία επιθετική προσπάθεια σε όλο το μέτωπο, το οχυρό παραμένει ανέπαφο, ενώ οι απώλειες των Γερμανών είναι μεγάλες.
9/4/1941: Ενώ η μάχη των Οχυρών του Ρούπελ συνεχίζεται, τα μηχανοκίνητα και τα άρματα της στρατιάς του στρατάρχη Λιστ, αφού κατηφορίζουν με ταχύτητα από τη Στρώμνιτσα και τη Γευγελή, βρίσκονται στα νώτα των Ελλήνων. Στις 8 το πρωί τα άρματα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με διοικητή τον αντιστράτηγο Ρούντολφ Φάιελ εισέρχονται στη Θεσσαλονίκη. Οι υπερασπιστές της “Γραμμής Μεταξά” περικυκλωμένοι πλέον, παίρνουν από τον αρχιστράτηγο Παπάγο τη διαταγή να συνθηκολογήσουν. Η συνθηκολόγηση υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη από τον διοικητή του ΤΣΑΜ, αντιστράτηγο Μπακόπουλο.
Το απόγευμα γερμανικά τμήματα καταλαμβάνουν την πόλη των Σερρών και εγκαθιστούν το φρουραρχείο τους στην έπαυλη Μαρούλη. Έλληνες τραυματίες και στρατιώτες που οπισθοχωρούσαν και είχαν πλημμυρίσει την πόλη, συγκεντρώθηκαν από τους Γερμανούς και κλείστηκαν σ’ ένα πρόχειρο στρατόπεδο.
Κατά την 4η ημέρα της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα, οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις επαναλαμβάνονται, κυρίως εναντίον των οχυρών Ρούπελ και Παλιουριώνες. Μέχρι το μεσημέρι οι βομβαρδισμοί ήταν μικρής έντασης, αλλά από τις 2 μ.μ. μετατράπηκαν σε σφοδρούς. Στις 12:30, όμως, όταν επρόκειτο να εφορμήσουν τα τμήματα κρούσης, το ελληνικό πυροβολικό εξαπέλυσε στους χώρους εξόρμησης το φονικό πυρ και προκλήθηκαν πολλές και βαριές απώλειες στους Γερμανούς. Μετά από αυτό, τα γερμανικά τμήματα άρχισαν να οπισθοχωρούν. Οι απώλειες του οχυρού ήταν πέντε νεκροί και έντεκα τραυματίες.
Στις 5 το απόγευμα, Γερμανοί απεσταλμένοι, γνωρίζοντας ότι είχε υπογραφεί στη Θεσσαλονίκη η συνθηκολόγηση, ήρθαν στο Ρούπελ και ζήτησαν την παράδοση του οχυρού. Ο Διοικητής του, Ταγματάρχης Γεώργιος Δουράτσος, απάντησε ότι «τα οχυρά δεν παραδίδονται, καταλαμβάνονται». Τελικά, η παράδοση του Ρούπελ έγινε την επομένη, 10 Απριλίου, στις 6 το πρωί, αφού ο διοικητής του έλαβε διαταγή κατάπαυσης του πυρός.
10/4/1941: Στην πόλη των Σερρών, οι Γερμανοί τοιχοκολλούν προκήρυξη στα γερμανικά, βουλγαρικά και ελληνικά, με την οποία δηλώνουν ότι αγαπούν τους Έλληνες και τον πολιτισμό τους και δεν έρχονται ως εχθροί, αλλά ως ελευθερωτές της Ελλάδος από τους Άγγλους.
Στις 6 π.μ. ο Ταγματάρχης Δουράτσος μετέβη προς συνάντηση Γερμανού Αξιωματικού, ο οποίος αφού τον συνεχάρη για την ηρωική αντίσταση τού ζήτησε την παράδοση του οχυρού Ρούπελ. Ο έλληνας αξιωματικός αξίωσε: «ουδείς Γερμανός να εισέλθει στο οχυρό προ της αναχωρήσεως των Ελλήνων μαχητών» και το αίτημα, μετά από λίγο, έγινε αποδεκτό από τους Γερμανούς. Την 11 π.μ., αφού οι ηρωικοί μαχητές απένειμαν τιμές προς τους πεσόντες, κινήθηκαν πεζή μέσω Σιδηροκάστρου στις Σέρρες. Οι απώλειες της φρουράς του οχυρού Ρούπελ ανήλθαν σε 44 νεκρούς και 152 τραυματίες.
Μία από τις πιο συγκινητικές στιγμές της αντίστασης των οχυρών είναι αυτή του οχυρού Παλιουριώνες στο βουνό Κερκίνη (Μπέλες), το οποίο παρέμενε απόρθητο. Στις 5.30 το απόγευμα της 9ης Απριλίου γερμανοί κήρυκες πληροφορούσαν τη φρουρά για τη συνθηκολόγηση που είχε προηγηθεί. Μετά την επιβεβαίωση του γεγονότος αυτού αποφασίστηκε να γίνει η εκκένωση κατά τη διάρκεια της νύκτας.
Τελικά, η παράδοση του οχυρού στους Γερμανούς έγινε στις 9 το πρωί της 10ης Απριλίου. Κατά την παράδοση, ο Γερμανός συνταγματάρχης παρέταξε έξω από το οχυρό γερμανικό τάγμα για απόδοση τιμών. Ο Διοικητής του οχυρού Ταγματάρχης Πεζικού Αλέξανδρος Χατζηγεωργίου και η φρουρά βγήκαν από το οχυρό, πέρασαν ένοπλοι μπροστά από το γερμανικό τάγμα και με δάκρυα στα μάτια αποχώρησαν. Η γερμανική σημαία υψώθηκε στο οχυρό μόνο μετά την αποχώρηση των ηρωικών υπερασπιστών του, που έχασαν τελικά τρεις συμπολεμιστές τους.
Ακόμα και μετά την παράδοση της Γραμμής Μεταξά από τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο, μεμονωμένα φρούρια συνέχισαν να μάχονται για μέρες και δεν κατελήφθησαν παρά μόνο όταν χρησιμοποιήθηκε βαρύ πυροβολικό εναντίον τους. Ουσιαστικά, όμως, η Γραμμή Μεταξά περισσότερο παραδόθηκε, λόγω της υπερφαλάγγισης και της κύκλωσής της από τους Γερμανούς, παρά κατέρρευσε.
13/4/1941: Οι βρετανικές δυνάμεις αποσύρονται στον ποταμό Αλιάκμονα και στη συνέχεια στο στενό των Θερμοπυλών, για να μην υπερφαλαγγιστούν από τις γερμανικές δυνάμεις που κατέβαιναν από το Μοναστήρι (σημερινή Μπίτολα της ΠΓΔΜ). Τα πρώτα ελληνικά στρατεύματα αποχωρούν από την Πίνδο.
14/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Κοζάνη.
17/4/1941: Η Γιουγκοσλαβία συνθηκολογεί.
18/4/1941: Αυτοκτονεί ο πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κορυζής.
19/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τη Λάρισα και τα Ιωάννινα
20/4/1941: Οι ελληνικές δυνάμεις στο Αλβανικό Μέτωπο έχουν απομονωθεί μετά την ταχεία προέλαση των Γερμανών προς Νότο. Το ηθικό των στρατιωτών έχει κλονιστεί. Ο αρχιστράτηγος Παπάγος αποκλείει κάθε περίπτωση συνθηκολόγησης. Διαφορετική γνώμη έχουν οι Σωματάρχες, οι οποίοι με επικεφαλής των διοικητή του Γ’ Σώματος Στρατού αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου και σε συνεργασία με τον μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα αποφασίζουν να συνθηκολογήσουν με τους Γερμανούς.
21/4/1941: Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν τον Βόλο. Ο Βουλγαρικός Στρατός που ήταν σύμμαχος των Γερμανών εισέρχεται στο Σιδηρόκαστρο Σερρών. Ο Εμμανουήλ Τσουδερός ορκίζεται πρωθυπουργός της Ελλάδος, διαδεχόμενος τον αυτοκτονήσαντα Αλέξανδρο Κορυζή.
22/4/1941: Ο βουλγαρικός στρατός που κατέλαβε το Σιδηρόκαστρο διατάσσει τον Έλληνα Μητροπολίτη Βασίλειο να αναχωρήσει για τη Θεσσαλονίκη. Οι Βούλγαροι στρατιώτες επιδίδονται σε όργιο καταστροφών, αρχίζοντας από το τηλεγραφείο. Έκοψαν τα τηλεγραφικά και τηλεφωνικά σύρματα, λεηλάτησαν τα γραφεία και τα χρηματοκιβώτια που είχαν εγκαταλείψει οι αρχές της πόλης και κατέστρεψαν όλα τα αρχεία. Στη συνέχεια κατέλαβαν τη Νιγρίτα, αφόπλισαν τους έλληνες χωροφύλακες και εγκατέστησαν Βούλγαρο Δήμαρχο, υψώνοντας τη σημαία τους. Οι κάτοικοι της Νιγρίτας αντέδρασαν δυναμικά και την επομένη ημέρα πραγματοποίησαν μεγάλη συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην κεντρική πλατεία.
23/4/1941: Ο ελληνικός στρατός στην Πίνδο συνθηκολογεί με τους Γερμανοϊταλούς. Το πρωτόκολλο ανακωχής υπογράφεται στη Θεσσαλονίκη από τον αντιστράτηγο Τσολάκογλου και τον γερμανό στρατηγό Ντίτριχ. Βασιλιάς, κυβέρνηση και Παπάγος δεν αναγνωρίζουν τη συνθηκολόγηση.
Οι Έλληνες στρατιώτες δεν αντιμετωπίζονται ως αιχμάλωτοι πολέμου και τους επιτρέπεται να γυρίσουν στα σπίτια τους μετά τον αφοπλισμό των μονάδων τους, ενώ στους αξιωματικούς επιτρέπεται να κρατήσουν τα όπλα τους. Γερμανικά Στούκας πραγματοποιούν την πρώτη επίθεση εναντίον του ναυστάθμου Σαλαμίνας, προξενώντας σημαντικές ζημιές. Την ίδια μέρα, ο Βασιλιάς Γεώργιος και ο πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός μεταβαίνουν με υδροπλάνο από τον Σκαραμαγκά στα Χανιά.
25/4/1941: Οι Γερμανοί νικούν τα αυστραλονεοζηλανδικά στρατεύματα στη Μάχη των Θερμοπυλών. Ο δρόμος προς την Αθήνα για τους Γερμανούς είναι ανοικτός.
27/4/1941: Οι Γερμανοί εισέρχονται στην Αθήνα. Στην Ακρόπολη υψώνεται η γερμανική σημαία (σβάστικα).
30/4/1941: Ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα βρίσκεται υπό τριπλή κατοχή. Στην Αθήνα ορκίζεται κυβέρνηση δωσιλόγων, με επικεφαλής τον Στρατηγό Τσολάκογλου.
1/6/1941: Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, όλη η ελλαδική επικράτεια βρίσκεται πλέον υπό τριπλή κατοχή.
Ο απολογισμός της πρώτης Γερμανικής Κατοχής 1940-1944
Η εκτέλεση καρέ - καρέ Ελληνος πατριώτου... |
Μετά από πόλεμο 4 χρόνων, 6 μηνών και 13 ημερών, έφθασε η ώρα του απολογισμού. Το 1939, στην περιφέρεια Αθηνών-Πειραιά οι γεννήσεις υπερέβαιναν τους θανάτους κατά 5.639. Το 1942 οι θάνατοι υπερέβαιναν τις γεννήσεις κατά 30.5312. Κατά τη διάρκεια της κατοχής, ο αριθμός των θανάτων στους άνδρες εννιαπλασιάστηκε και στις γυναίκες τετραπλασιάστηκε. Μόνο στην πρωτεύουσα οι 500 προπολεμικοί θάνατοι ανδρών τον μήνα έφθασαν τους 4.500 και οι 500 των γυναικών τους 2.000. Στο υπόμνημά της προς το Συνέδριο των Παρισίων η Ελλάδα ανέφερε 558.000 νεκρούς ή το 7,6% του πληθυσμού και 830.000 ανίκανους προς εργασία ή το 12,6% του πληθυσμού. Αυτός ήταν ο ανθρώπινος απολογισμός. Ο πληθυσμιακός ήταν διαφορετικός.
Το 1940 οι κάτοικοι της χώρας έφθαναν τα 7.335.000. Αν δεν αεσολαβούσε η κατοχή, με τις προπολεμικές συνθήκες, ο πληθυσμός θα αυξανόταν κατά 300.000 από φυσική κίνηση και 110.000 από το συνηθισμένο ρεύμα των Ελλήνων του εξωτερικού. Συνολικά 410.000. Αντί για την αύξηση αυτή, ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 558.000 άτομα. Επομένως η πληθυσμιακή απώλεια ήταν 968.000, δηλαδή το 13% του επιπέδου του 1940.
Η φυματίωση και η ελονοσία υπήρξαν τα συνώνυμα της κάνης. Η φυματίωση, η προφυματίωση και οι άλλες ασθένειες μαστίζουν το 80% του ελληνικού λαού, γράφει στην έκθεση του προς τον Εμ. Τσουδερό ο γ. διευθυντής του Δημόσιου Λογιστικού. Τα θύματα της φυματίωσης με την κατοχή διπλασιάστηκαν. Την ίδια ώρα οι Αρχές Κατοχής είχαν επιτάξει τα σανατόρια για δικές τους ανάγκες.
Η ελονοσία από το 25% του 1940 έφθασε στο 40% και με το κινίνο σε έλλειψη. Το λίγο που υπήρχε, οι επιδρομείς το διακινούσαν μέσω της μαύρης αγοράς. Με το τέλος της κατοχής οι φυματικοί έφθασαν τις 400.000 και οι σε προφυματική κατάσταση το 1 εκ. Οι ελονοσούντες τα 2,5 εκ. Αν σε αυτούς προθέσουμε και τους 21.000 ανάπηρους πολέμου φθάνουμε στα 3.921.000, δηλαδή το 50% του πληθυσμού.
Οι βίαιες μετακινήσεις του πληθυσμού ερήμωσαν τη χώρα. Ανέστρεψαν την παραγωγική διαδικασία και τα ανθρώπινα όνειρα. Σ' αυτές ανάγκαζαν τον πληθυσμό οι Βούλγαροι πριν εποικίσουν τις πιο πλούσιες περιοχές.
Βίαια, όμως, είναι και η μετακίνηση του πληθυσμού όταν γινόταν για να αποφύγει ο πληθυσμός την ομηρία, τις σφαγές, τις απελάσεις, τους διωγμούς και την πολιτική επιστράτευση. Δεν αναφερόμαστε στις μετακινήσεις του πληθυσμού προς την ύπαιθρο για να αποφύγει τον θάνατο από την ασιτία. Ιδιαίτερα θύματα των πληθυσμιακών μετακινήσεων υπήρξαν η Ήπειρος και η Β. Ελλάδα. Λόγω των μετακινήσεων αυτών, ο ελληνικός πληθυσμός των οικισμών μειώθηκε σχεδόν κατά το ένα τρίτο. Μας είχαν καταντήσει πρόσφυγες στον τόπο μας.
Λεηλασίες και πυρπολήσεις στην επαρχία απο Γερμανούς στρατιώτες |
Οι υλικές καταστροφές προσεγγίζονται μόνο ως ναρκοπέδιο της ανασυγκρότησης και ως υποθήκευση των μελλοντικών δεκαετιών και γενεών. Μια προσέγγιση του χάους, από ελληνικές και ξένες πηγές, δίνει:
1. Ο οικοδομικός πλούτος.
Καταστράφηκαν 3.700 πόλεις και οικισμοί, 408.000 σπίτια ισοδύναμα με 511.500 οικοδομές αξίας 150.000 προπολεμικοόν δραχμών για κάθε μία. Μέσα σ' αυτά και 5.000 σχολεία. Η ζημιά έφθασε στο 23% του συνολικού οικοδομικού μας πλούτου. Η Ελλάδα, για να αντικαταστήσει το χαμένο οικοδομικό της πλούτο, θα χρειαζόταν 23 χρόνια ομαλής οικοδομικής προσπάθειας, όπως εκείνης του μέσου όρου των ετών 1930-1940 ή να διέθετε για τον σκοπό αυτό ολόκληρο τον προϋπολογισμό του 1946 επί 40 χρόνια.
2. Οι άστεγοι
Η οικιστική καταστροφή δημιουργούσε 227.000 άστεγες οικογένειες, περισσότερα από 1,2 εκ. άτομα, δηλαδή το 18% του πληθυσμού. Κοντά σ'αυτούς και οι 234.000 οικογένειες που βρέθηκαν να κατοικούν σε απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Την ίδια στιγμή η εγκατάλειψη της υπαίθρου έπαιρνε διαστάσεις εθνικού κινδύνου. Γεγονός ιδιαίτερα επικίνδυνο για τη Β. Ελλάδα, όπου σε περιοχές της η πυκνότητα του πληθυσμού ανά τ.χ. είχε κατεβεί στο 1,2 από το προπολεμικό 21,6.
3. Οι συγκοινωνίες
Το οδικό δίκτυο είχε καταστραφεί κατά 75-80% και τα μεταφορικά μέσα κατά 75%. Από τα 17.200 προπολεμικά επιβατικά, φορτηγά και λεωφορεία είχαν ολικά καταστραφεί τα 11.650 και ίίερικώς τα 2.950. Η διώρυγα της Κορίνθου είχε ολοσχερώς καταστραφεί.
Στο σιδηροδρομικό δίκτυο από τα 2.679 χμ. απέμεναν τα 680, δηλαδή καταστροφή κατά 75%. Από τα 7.708 βαγόνια απέμειναν τα 607, καταστροφή κατά 84%. Στις σιδηροδρομικές γέφυρες, σήραγγες και τηλεγραφικές εγκαταστάσεις η καταστροφή έφτανε το 75%. Στα σιδηροδρομικά οικήματα η καταστροφή ήταν μικρή, μόνο... 60%.
4. Τηλεπικοινωνίες
Το δίκτυο είχε ολοσχερώς καταστραφεί. Το 70% των μηχανημάτων είχαν μεταφερθεί στη Γερμανία.
5. Εμπορικός στόλος
Είχε μειωθεί κατά 73%, ενώ οι ζημιές στα λιμενικά έργα υπέρβαιναν τα 13 εκ. δολ. του 1938.
6. Γεωργία
Η γεωργοκτηνοτροφική παραγωγή είχε μειωθεί κατά 60%, ενώ είχαμε χάσει το 25% των δασών μας ως ξυλεία.
7. Βιομηχανία - Εμπόριο.
Μετά από εντολή του υπ. εθνικής οικονομίας τα εμποροβιομηχανικά επιμελητήρια θα καταγράψουν τη ζημιά στη βιομηχανία, το εμπόριο και τις επαγγελματοβιοτεχνικές μονάδες. Το επιμελητήριο Αθηνών, με το 4657/11.4.1946 έγγραφο του, δίνει την καταγραφή κατά υπαίτιο σε δισ. προπολεμικές δρχ.:
Γερμανία 12,14
Ιταλία 3,13
Βουλγαρία 3,1
Συμμαχικός Στρατός 1,86
Οργανώσεις Αντίστασης 1,4
Ελληνικό Δημόσιο 0,73
Σύνολο 22,4
8. Αρχαιολογικοί χώροι
Οι Γερμανοί προκάλεσαν (διάβαζε λεηλάτησαν) καταστροφές σε 87 αρχαιολογικούς χώρους, οι Ιταλοί σε 39 και οι Βούλγαροι σε 3. Επι πλέον, διενεργήθηκαν 26 αυθαίρετες ανασκαφές με αρπαγή των αρχαιολογικών θησαυρών.
Κατά τους υπολογισμούς Ελλήνων εμπειρογνωμόνων, κατόπιν εντολής της Ελληνικής Κυβέρνησης, η συνολική καταστροφή που μπόρεσε να αποτιμηθεί, λόγω κατοχής σε δολάρια του 1938, κατανέμεται ως εξής:
1. Υλικές απώλειες άμεσες 2.613.407.000 - εμμεσες 1.200.000.000
2. Δαπάνες Κατοχής 2.781.000.000
3. Κρατικές Δαπάνες 1.857.426 000
4. Συντάξεις 1.464.741.000
5. Διαφυγόν κέρδος 4.032.000.000
6. Διάφορες απώλειες 1.810.000.000
Σύνολο 15.758.574.000
Τόσα δίνει και ο Μπενάς, δηλαδή 8,5 δισ. δολ. του 1948. Ο Μπακάλμπασης υπολογίζει τις ζημιές που μπορούν να επανορθωθούν, δίχως να περιλαμβάνει τις ζημιές που προξένησαν οι επιδρομείς κατά την αποχώρηση τους, όπως και άλλες περιφερειακές ζημίες, σε 11.388.000 ημερομίσθια.
Οι πρώτοι όμηροι στη Γερμανική Κατοχή
Μ ε την είσοδο των Γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνααποφασίστηκε μεγάλη παρέλαση του Γερμανικού στρατού στις 3 Μαΐου 1941. Την προηγούμενη ο Γερμανός φρούραρχος ζήτησε από τον Δήμαρχο Αθηναίων Αμβρόσιο Πλυτά (ο Α Πλυτάς ήταν ήδη Δήμαρχος από 16 Σεπτεμβρίου του 1936 και παρέμεινε μέχρι 10 Μαΐου 1941) να ορίσει 12 επιφανείς πολίτες που θα κρατούντο σαν εγγύηση ότι δεν θα γινόταν επίθεση κατά των παρελαυνόντων στρατευμάτων .
Έτσι ο δήμαρχος σε λίγες ώρες ειδοποίησε να παρουσιαστούν στο Δημαρχείο οι πιο κάτω Αθηναίοι
1. Φωτεινός Γεώργιος πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.
2. Σταυρόπουλος Άγγελος Πρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
3. Σκουζές Δημήτριος Γενικός Γραμματέας Συλλόγου Αθηναίων.
4. Ράπτης Βασίλειος Πρόεδρος Εργατικού Κέντρου Αθηνών.
5. Καλομοίρης Ιωάννης Γενικός Γραμματέας Συνομοσπονδίας Εργατών.
6. Παμπούκης Ιωάννης Πρόεδρος Κτηματικής Ένωσης Αθηνών.
7. Μανέας Κλέαρχος Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
8. Παπαγιάννης Κωνσταντίνος Πρόεδρος Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών.
9. Πετράκης Κωνσταντίνος Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών.
10. Σταθάτος Αντ Προεδρος της ΕΛΠΑ
11. Γιοκορέτσας Απόστολος Πρόεδρος Εμποροϋπαλλήλων Αθηνών.
12. Γεωργάτος Α Πρόεδρος Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών.
Όλοι συγκεντρώθηκαν στο Δημαρχείο στις 7.30 το πρωί της 3ης Μαΐου 1941 και περιορίστηκαν υπό την φύλαξη Γερμανών στρατιωτών. Δεν τους απέκρυψαν ότι θα παρέμεναν εκεί και δύο ώρες μετά την λήξη της παρελάσεως σαν όμηροι που θα εγγυώνται την μη ύπαρξη επεισοδίων κατά την Γερμανική παρέλαση.
Μετά το πέρας της παρέλασης και αφού πέρασαν δύο ώρες από την λήξη της, έφτασε ο υπασπιστής του φρούραρχου για να τους αναγγείλει "ευγενώς" ότι ήταν ελεύθεροι .
Επίλογος
Γιά τον απολογισμό της σημερινής κατοχής της χώρας απο την Γερμανία ο κύκλος του αίματος δεν έχει κλείσει. Οι καθημερινές σχεδόν αυτοκτονίες, η εξαθλίωση των Ελλήνων ελέω μνημονίων καλά κρατεί, ο ιστορικός του μέλλοντος αναμένεται να καταγραψεί τόν τελικό απολογισμό. Εως τότε Ιδωμεν... Απεύχομαι τα χειρότερα... Δυστυχώς το προσωπείο του κατακτητή δεν αλλάζει στο πέρασμα του χρόνου...
Εικόνες Κατοχής στο Σύνταγμα- Ουρές για δωρεάν κρεμμύδια, καρότα και πατάτες |
0 σχόλια :