Γιατί ο Τράμπ «λατρεύει» τόσο πολύ τον Ερτογάν; Γιατί θέτει τα συμφέροντα των ΗΠΑ σε κίνδυνο;

Ο κύβος ερρίφθη. Παρά τα όσα είχε δηλώσει στην Οσάκα και επανέλαβε ο Τραμπ τις προηγούμενες ημέρες για τον φίλο του Ερντογάν και για την ευθύνη του τέως προέδρου Ομπάμα, η ουσία είναι ότι η Τουρκία αποκλείσθηκε από το πρόγραμμα των μαχητικών F-35. Και όλα δείχνουν πως αυτό θα είναι μόνο η αρχή.

Γράφει ο Σταύρος Λυγερός

Στο οβάλ γραφείο έχουν σταλεί εναλλακτικές προτάσεις για επιβολή κυρώσεων στην χώρα του Ερντογάν. Ακόμα κι αν ο Αμερικανός πρόεδρος επιλέξει το πιο μαλακό πακέτο, είναι ξεκάθαρο πως οι σχέσεις Ουάσιγκτον-Άγκυρας εισέρχονται σε μία νέα φάση περαιτέρω επιδείνωσης. Η δυναμική που αναπτύσσεται βαθαίνει ολοένα και περισσότερο το υφιστάμενο ρήγμα.

Η υπόθεση του ρωσικού πυραυλικού συστήματος έφερε τον κόμπο στο χτένι, με αποτέλεσμα να επικρατήσει στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα το δόγμα “ή S-400 ή F-35”. Όσο κι αν ο πρόεδρος στις ΗΠΑ έχει αυξημένες εξουσίες, είναι αποδεδειγμένο πως δεν μπορεί να παρακάμψει το Κογκρέσο και τους μηχανισμούς του “βαθέος κράτους”, εάν αυτοί είναι σύσσωμοι απέναντί του.

Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να θέσουμε το κρίσιμο ερώτημα: γιατί ο Τραμπ τηρεί αυτή τη στάση έναντι της Τουρκίας; Ποιος είναι ο λόγος που τον κάνει να είναι τόσο θετικός έναντι του Ερντογάν, όταν αυτός εμφανίζεται σχεδόν αλαζονικός έναντι των ΗΠΑ; Προφανώς, η απάντηση δεν είναι ότι ο Τραμπ είναι παρανοϊκός, ή ότι η στάση του υπαγορεύεται απλώς από προσωπική συμπάθεια προς τον Τούρκο πρόεδρο.

Κάποιοι αποδίδουν τη στάση του στην επιχειρηματική κουλτούρα του, στο ότι δίνει σημασία στην οικονομική αξία του συμβολαίου πώλησης περισσότερων από 100 F-35. Προφανώς, ο παράγοντας αυτός είναι υπαρκτός, αλλά δεν αρκεί από μόνος του να εξηγήσει τη στάση του. Κάποιοι πηγαίνουν πιο μακριά, αποδίδοντας τη στάση του Τραμπ σε προσωπικά επιχειρηματικά του συμφέροντα, τα οποία, ωστόσο, δεν αναφέρονται, ούτε, βεβαίως έχουν αποδειχθεί.

Επιστροφή στο δυτικό “μαντρί”

Δεν αρκεί, επίσης, ως ερμηνεία το γεγονός ότι στην Ουάσιγκτον επιθυμούν διακαώς να επιστρέψει η Τουρκία εκεί που ήταν μεταπολεμικά. Ειδικά μετά το πραξικόπημα του 2016, οι Αμερικανοί ήταν διατεθειμένοι να έρθουν σε κάποιον συμβιβασμό με τον Ερντογάν, αλλά δεν βρήκαν ανταπόκριση.

Όντας πεπεισμένος (όχι αδικαιολόγητα) πως οι Αμερικανοί επιχείρησαν να τον ανατρέψουν δεν τους εμπιστεύεται. Και επειδή δεν τους εμπιστεύεται δεν πρόκειται να επιστρέψει στο δυτικό “μαντρί” ό,τι κι αν του προσφέρουν.

Η πεποίθηση του Τούρκου προέδρου πως οι Αμερικανοί τον έχουν προγράψει, τον εξώθησε να εναγκαλισθεί, ως γεωπολιτικό αντίβαρο, τον Πούτιν. Αυτός είναι ο λόγος που όσο θα βρίσκεται στο τιμόνι, η Τουρκία δεν πρόκειται να επιστρέψει στο δυτικό “μαντρί”, ακόμα και αν οι ΗΠΑ αποδέχονταν τις απαιτήσεις του στη Συρία, ακόμα κι αν του έδιναν τα F-35. Η αμοιβαία πλέον κρίση εμπιστοσύνης, μάλιστα, συνεχώς βαθαίνει το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Προφανώς, ο Ερντογάν ποτέ δεν πρόκειται να πει ρητά ότι τα σπάει με τη Δύση. Το λέει, όμως, με τις πράξεις του. Μπορεί σε τακτικό επίπεδο και να συμπλεύσει με τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους, αλλά μέχρις εκεί.

Γι’ αυτό και στο εσωτερικό της χώρας του φροντίζει με τη ρητορική του να καλλιεργεί συστηματικά τον αντιαμερικανισμό, με βασικό επιχείρημα ότι επιχειρείται ο ακρωτηριασμός της Τουρκίας μέσω του Κουρδικού. Επεκτείνεται μάλιστα και στο ιδεολογικό επίπεδο, χρησιμοποιώντας ισλαμικά στερεότυπα για να αναβιώσει και παροξύνει τα αντιδυτικά αισθήματα στην τουρκική κοινή γνώμη.

Και στον φόντο η Ρωσία

Ας ξαναγυρίσουμε, λοιπόν, στο αφετηριακό ερώτημα: γιατί ο Τραμπ –σε αντίθεση με το αμερικανικό “βαθύ κράτος”– είναι τόσο εφεκτικός έναντι του Τούρκου ομολόγου του; Η εκτίμησή μου είναι ότι αυτό συνδέεται με…

τον τρόπο που βλέπει τις αμερικανορωσικές σχέσεις. Με άλλα λόγια, η διελκυστίνδα στην Ουάσιγκτον για τις κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας στην πραγματικότητα είναι ένας ακόμα κρίκος στην αλυσίδα των αντιθέσεων που παράγονται από μία διαφορετική αντίληψη που έχει ο Αμερικανός πρόεδρος από το αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο για τη σχέση με τη Μόσχα.

Υπενθυμίζω ότι ο Τραμπ είχε πριν εκλεγεί πρόεδρος καταστήσει σαφή την πρόθεσή του να προσεγγίσει τον Πούτιν, με σκοπό να δημιουργήσει ένα είδος γεωπολιτικής περικύκλωσης της Κίνας. Να κάνει, δηλαδή, το αντίστροφο από ό,τι είχε κάνει το δίδυμο Νίξον-Κίσσινγκερ τη δεκαετία του 1970, όταν είχε προσεγγίσει την υπανάπτυκτη τότε Κίνα του Μάο για να περικυκλώσει την τότε Σοβιετική Ένωση. Και όταν εξελέγη το προσπάθησε, αλλά προσέκρουσε στα γνωστά εμπόδια που τους έθεσαν στο εσωτερικό των ΗΠΑ.

Ο Τραμπ δεν θεωρεί την προμήθεια των S-400 "αιτία πολέμου", επειδή βλέπει διαφορετικά τη Ρωσία, ως δυνάμει συνοδοιπόρο των ΗΠΑ στην προσπάθεια περικύκλωσης και ανάσχεσης του "Δράκου". Εάν τον άφηναν, λοιπόν, θα ήταν διατεθειμένος, όπως έδειξε και με τις δηλώσεις του, να αποδεχθεί την προμήθεια του ρωσικού πυραυλικού συστήματος, όπως επίσης και μία από κοινού με τη Μόσχα και την Άγκυρα διευθέτηση στο μέτωπο της Συρίας.

Στην Ουάσιγκτον, όμως, φυσάνε αντίθετοι άνεμοι και μάλιστα η έντασή τους ολοένα και μεγαλώνει. Το αντιρωσικό κλίμα στο κατεστημένο της εθνικής ασφάλειας είναι τόσο ισχυρό που επικαθορίζει και τη στάση έναντι της Τουρκίας. Το ζήτημα των S-400 είναι η κορυφή του παγόβουνου. Στην πραγματικότητα, το "αμάρτημα καθοσιώσεως" του Ερντογάν είναι συνολικά ο γεωπολιτικός εναγκαλισμός του με τον Πούτιν.

SLpress









0 σχόλια :

Blogger Template by Clairvo